Γιώργος Σεφέρης «Ο Δαίμων της Πορνείας»…Nicosia e Famagosta per la lor bestia si lamenti e garra… (Λευκωσία και Αμμόχωστος θρηνούν και στενάζουν για το κτήνος τους)
PARADISO
…ως γοιόν ηξεύρετε και ο δαίμων της πορνείας όλον τον κόσμον
πλημμελά τον εκόμπωσε τον ρήγαν και έππεσεν εις αμαρτίαν… (...γιατί, όπως ξέρετε, ο δαίμων της πορνείας που όλο τον κόσμο βάζει σε πείρασμό, πλάνεψε τον βασιλιά και υπέπεσε σε αμάρτημα...)
XPONIKO TOY MAXAIPA
O Tζουάν Bισκούντης είχε γράψει την αλήθεια.
Πώς πλέρωσε μαυλίστρες ο κούντη Tερουχάς
πώς βρέθηκαν αντάμα αυτός κι η ρήγαινα
πώς άρχισε το πράμα, πώς ξετέλειωσε,
όλα της Λευκωσίας τα κοπέλια
το διαλαλούσαν στα στενά και στις πλατείες.
Πως ήταν η γραφή σωστή που έστειλε στη Φραγκιά
στο ρήγα
το ξέραν οι συβουλατόροι.
Όμως τώρα
συνάχτηκαν και συντυχαίναν για να συβουλέψουν
την Kορόνα της Kύπρου και των Iεροσολύμων·
τώρα ήταν διαταμένοι για να κρίνουν
τη ρήγαινα Λινόρα που κρατούσε
απ’ τη μεγάλη τη γενιά των Kαταλάνων·
κι είναι ανελέημονες οι Kαταλάνοι
κι αν τύχαινε κι ο ρήγας εκδικιούνταν
τίποτε δε θα το ‘χαν ν’ αρματώσουν και να ‘ρθούνε
και να τους ξολοθρέψουν αυτούς και το βιο τους.
Eίχαν ευθύνες, τρομερές ευθύνες·
από τη γνώμη τους κρέμουνταν το ρηγάτο.
Πως ο Bισκούντης ήταν τίμιος και πιστός
βέβαια το ξέραν· όμως βιάστηκε,
φέρθηκε αστόχαστα άμοιαστα άτσαλα.
Ήταν αψύς ο ρήγας, πώς δεν το λογάριασε;
και μπρούμυτα στον πόθο της Λινόρας.
Πάντα μαζί του στα ταξίδια το πουκάμισό της
και τό ‘παιρνε στην αγκαλιά του σαν κοιμούνταν·
και πήγε να του γράψει ο αθεόφοβος
πως βρήκαν με την άρνα του το κριάρι·
γράφουνται τέτοια λόγια σ’ έναν άρχοντα;
Ήταν μωρός. Tουλάχιστο ας θυμούνταν
πως έσφαλε κι ο ρήγας· έκανε το λιγωμένο
μα είχε στο πισωπόρτι και δυο καύχες.
Aναστατώθη το νησί σαν η Λινόρα
πρόσταξε και της έφεραν τη μια, τη γκαστρωμένη
κι άλεθαν με το χερομύλι πάνω στην κοιλιά της
πινάκι το πινάκι το σιτάρι.
Και το χειρότερο - δεν το χωράει ο νους –
αφού το ξέρει ο κόσμος όλος πως ο ρήγας
γεννήθηκε στο ζώδιο του Aιγόκερω,
πήρε στα χέρια του ο ταλαίπωρος καλάμι
τη νύχτα που ήταν στον Aιγόκερω η σελήνη
να γράψει τι; για κέρατα και κριάρια!
O φρόνιμος τη μοίρα δεν τηνε ξαγριεύει.
Όχι· δεν είμαστε ταγμένοι για να πούμε
πού είναι το δίκιο. Tο δικό μας χρέος
είναι να βρούμε το μικρότερο κακό.
Κάλλιο ένας να πεθάνει από το ριζικό του
παρά σε κίντυνο να μπούμε εμείς και το ρηγάτο.
Έτσι συβουλευόντουσαν όλη τη μέρα
και κατά το βασίλεμα πήγαν στο ρήγα
προσκύνησαν και τού είπαν πως ο Tζουάν Bισκούντης
είναι ένας διαστρεμμένος ψεματάρης.
Κι ο Tζουάν Bισκούντης πέθανε απ’ την πείνα σε μια γούφα.
Μα στην ψυχή τού ρήγα ο σπόρος της ντροπής του
άπλωνε τα πλοκάμια του και τον εκίνα
το ‘παθε να το πράξει και στους άλλους.
Kερά δεν έμεινε που να μη βουληθεί να την πορνέψει·
τις ντρόπιασε όλες. Φόβος κι έχτρα ζευγαρώναν
και γέμιζαν τη χώρα φόβο κι έχτρα.
Έτσι, με το «μικρότερο κακό», βάδιζε η μοίρα
ως την αυγή τ’ Άγι’ Aντωνιού, μέρα Tετάρτη
που ήρθαν οι καβαλάρηδες και τον εσύραν
από της καύχας του την αγκαλιά και τον εσφάξαν.
«Kαι τάπισα παρά ούλους ο τουρκοπουλιέρης
ήβρεν τον τυλιμένον το αίμαν» λέει ο χρονογράφος
«κι έβγαλεν την μαχαίραν του και κόβγει
τα λυμπά του με τον αυλόν και του είπε:
Για τούτα έδωκες θάνατον!».
Αυτό το τέλος
όρισε για το ρήγα Πιέρ ο δαίμων της πορνείας.
Στο ποίημα «Ο Δαίμων της Πορνείας» ο Γιώργος Σεφέρης αντλεί στοιχεία από το Χρονικό του Κύπριου Λεόντιου Μαχαιρά και ανασυνθέτει τα γεγονότα που οδήγησαν στην ατιμωτική δολοφονία του βασιλιά της Κύπρου Πέτρου Ά.
Η στενή συσχέτιση του ποιήματος με το Χρονικό του Μαχαιρά, από το οποίο μάλιστα ο ποιητής παραθέτει και αυτούσια χωρία, μας παραπέμπει στην προσφιλή τακτική του Καβάφη να βασίζει ποιητικές του συνθέσεις σε ιστορικά κείμενα. Ο Σεφέρης εδώ αποτίνει φόρο τιμής στον μεγάλο Αλεξανδρινό, μιμούμενος τους ποιητικούς του τρόπους και τονίζοντας έτσι τη μεταξύ τους πνευματική επικοινωνία.
Ο Πέτρος Ά της Κύπρου ήταν δευτερότοκος γιος του Ούγου Δ΄ και ανήκε στη γαλλική δυναστεία των Λουζινιάν που βασίλεψε στην Κύπρο από το 1192 -όταν ο Γκυ των Λουζινιάν πήρε την Κύπρο από τον Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο, βασιλιά της Αγγλίας- μέχρι το 1474.
Ο Πέτρος Ά βασίλεψε από το 1359 μέχρι τον πρόωρο θάνατό του το 1369 και υπήρξε εξαιρετικά αποτελεσματικός στις στρατιωτικές του επιχειρήσεις, καθιστώντας την Κύπρο ισχυρό και υπολογίσιμο βασίλειο. Κατά τη δεκαετή του βασιλεία οι κυπριακές δυνάμεις κατέλαβαν και κράτησαν υπό τον έλεγχό τους την Αττάλεια της Μικράς Ασίας, ενώ κατέλαβαν και άλωσαν την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και την Τρίπολη του Λιβάνου.
Τα γεγονότα του ποιήματοςΠαρά τις στρατιωτικές του ικανότητες ο Πέτρος υπήρξε εξαιρετικά επιρρεπής στον γυναικείο πειρασμό και παράλληλα είχε έναν παθολογικό έρωτα για τη γυναίκα του, την Ελεονόρα της Αραγονίας, καθώς, όπως παραδίδει ο Μαχαιράς, όποτε ταξίδευε έπαιρνε μαζί του ένα πουκάμισό της για να το έχει στην αγκαλιά του όταν κοιμάται.
Η συνήθεια του Πέτρου να συνάπτει πολλές ερωτικές σχέσεις και η παράλληλη εμμονή του για την Ισπανίδα γυναίκα του, θα αποτελέσουν τελικά την αφορμή για τα γεγονότα που θα οδηγήσουν στη δολοφονία του.
Την περίοδο που ο Πέτρος απουσίαζε στην Ευρώπη είχε αναθέσει στον ευγενή Ιωάννη Βισκούντη να παρακολουθεί καθετί που συμβαίνει στο βασίλειό του και ιδιαίτερα στο παλάτι και να τον ενημερώνει αμέσως. Κατά την απουσία του, λοιπόν, η Ελεονόρα της Αραγονίας, που γνώριζε για τις ερωμένες του συζύγου της, υποκύπτει στην επίμονη ερωτική πολιορκία του κόμη ντε Ρουχάς και συνάπτει δεσμό μαζί του. Το γεγονός αυτό μαθεύτηκε γρήγορα στη βασιλική αυλή και ο Ιωάννης Βισκούντης, προκειμένου να αποφύγει την οργή του βασιλιά έτσι και μάθαινε από άλλους τον παράνομο δεσμό της γυναίκας του, έστειλε επιστολή στον Πέτρο, ενημερώνοντάς τον για τις πράξεις της Ελεονόρας.
Ο Πέτρος, όταν γύρισε στην Κύπρο, κατήγγειλε τη γυναίκα του για μοιχεία και ζήτησε από τους ευγενείς της αυλής να τη δικάσουν. Η υπόθεση, όμως, δεν ήταν απλή γιατί η Ελεονόρα ήταν κόρη του διαδόχου του θρόνου της Αραγονίας και οι ευγενείς της Κύπρου φοβόντουσαν μήπως προκαλέσουν την οργή των Ισπανών, εάν την τιμωρούσαν. Έτσι, ενώ γνώριζαν πως στην πραγματικότητα η Ελεονόρα ήταν ένοχη, προτίμησαν να την απαλλάξουν από τις κατηγορίες και να τιμωρήσουν στη θέση της τον Ιωάννη Βισκούντη ως συκοφάντη.
Ο Ιωάννης παρόλο που ήταν ειλικρινής φυλακίστηκε και αφέθηκε να πεθάνει από ασιτία, χωρίς όμως να δοθεί διέξοδος στην οργή του Πέτρου, ο οποίος έβλεπε καθαρά πως οι ευγενείς είχαν προτιμήσει να αποφύγουν ένα διπλωματικό επεισόδιο με την Ισπανία, από το να αναγνωρίσουν το δίκαιο αίτημά του. Η επιλογή αυτή των ευγενών εκλήφθηκε ως μέγιστη προσβολή από τον Πέτρο, ο οποίος και θέλησε να τους τιμωρήσει. Έτσι, φρόντισε να ατιμάσει τις γυναίκες των ευγενών της αυλής αποπλανώντας τες και ωθώντας τες στη μοιχεία, γεγονός που προκάλεσε το μίσος των ευγενών και τους οδήγησε στη μοιραία συνομωσία εις βάρος του βασιλιά.
Τον Ιανουάριο του 1369, ημέρα Τετάρτη, οι ευγενείς μπήκαν στην κρεβατοκάμαρα του βασιλιά, όπου βρισκόταν με μια ερωμένη του και τον έσφαξαν. Ένας τουρκοπουλιέρης (τούρκικο αξίωμα), μάλιστα, του έκοψε τους όρχεις και δείχνοντάς τους στον Πέτρο, του είπε πως γι’ αυτούς τιμωρήθηκες με θάνατο.
Η Ελεονόρα της Αραγονίας που θα παραμείνει στο θρόνο της Κύπρου μέχρι το 1380, οπότε και επέστρεψε στην πατρίδα της, θα επιδιώξει και θα επιτύχει την τιμωρία των φονιάδων του άντρα της. Στην Ελεονόρα της Αραγονίας γίνεται αναφορά και στο ποίημα «Τρεις μούλες» του Σεφέρη.