Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη

(1/1)

apostolos1986:
Τα χομεϊνικά δικαστήρια των δεσποτάδων

Της ΜΑΡΙΑΣ ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗ

Ο τρόπος με τον οποίο απονέμεται η εκκλησιαστική δικαιοσύνη στη χώρα μας είναι, κατά τους νομικούς, τουλάχιστον μεσαιωνικός. Οι διατάξεις που ισχύουν ψηφίστηκαν το 1932. Προφανώς σήμερα δεν ανταποκρίνονται ούτε κατ' ελάχιστον στις αντιλήψεις περί δικαίου και δικαιωμάτων.

Θύμα του νόμου 5383 του 1932 είναι κυρίως ο λεγόμενος κατώτερος κλήρος: πρεσβύτεροι, διάκονοι, μοναχοί. Γι' αυτούς λειτουργούν τα επισκοπικά και τα συνοδικά δικαστήρια. Πρόκειται για δικαστήρια δεσποτικά, όπου ο ανώτατος κλήρος μπορεί να «εξοντώσει» απλούς ιερείς δι' ασήμαντον αφορμήν.

*Στα επισκοπικά δικαστήρια, που συγκροτούνται σε κάθε μητρόπολη από τον οικείο μητροπολίτη, ως πρόεδρο, και δύο εν ενεργεία εφημερίους, δικάζονται οι κληρικοί για θεωρούμενα μικρότερα παραπτώματα.

Οι ποινές που μπορούν να επιβάλουν αυτά τα δικαστήρια είναι: επίπληξη, στέρηση μισθού ή σύνταξης μέχρι για τρεις μήνες, χρηματική ποινή, αργία μέχρι ενάμιση χρόνο, ή σωματικό περιορισμό, αν πρόκειται για μοναχούς.

Εξοντωτικές ποινές

Στην πράξη, οι αποφάσεις αυτών των επισκοπικών δικαστηρίων συχνά είναι εξοντωτικές. Ιδιαίτερα στην επαρχία, εκδικάζονται καθημερινά δεκάδες υποθέσεις κληρικών που αντιμετωπίζουν, χωρίς καμιά προστασία, τη «δεσποτική σπάθα».

*Για να επιβληθούν μεγαλύτερες ποινές ή ακόμη και καθαίρεση, η υπόθεση παραπέμπεται αρχικά στο πρωτοβάθμιο και στη συνέχεια στο δευτεροβάθμιο συνοδικό δικαστήριο. Και τα δύο συγκροτούνται από μέλη της Ιεράς Συνόδου, με τη διαφορά ότι στο πρώτο προεδρεύει ο αντιπρόεδρος της Ιεράς Συνόδου και στο δεύτερο ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος.

Η απονομή δικαιοσύνης στους κληρικούς θεωρείται εσωτερική υπόθεση της Εκ-κλησίας. Οι κατηγορούμενοι δεν απολαμβάνουν στην ουσία ούτε καν του δικαιώματος υπεράσπισής τους από δικηγόρους, οι οποίοι αντιμετωπίζονται περιφρονητικά από τους δεσπότες-δικαστές.

Τα παραπτώματα για τα οποία ένας κληρικός μπορεί να παραπεμφθεί στα εκκλησιαστικά δικαστήρια είναι:

* Αποστασία: Εγκατάλειψη της χριστιανικής θρησκείας με την προσχώρηση σε άλλη (μη χριστιανική) θρησκευτική κοινότητα, ή με την αποδοχή της αθεΐας ή της αθρησκείας. Η ποινή εδώ είναι του μεγάλου αφορισμού.

* Αίρεση: Αρνηση θεμελιώδους δόγματος της ορθόδοξης πίστης. Τιμωρείται επίσης με μεγάλο αφορισμό.

* Σχίσμα: Η οργανωμένη άρνηση υπακοής και πειθαρχίας στη νόμιμη εκκλησιαστική αρχή με τη δημιουργία ιδιαίτερης θρησκευτικής κοινότητας ή προσχώρησης σε ήδη υπάρχουσα. Η ποινή γι' αυτό είναι η καθαίρεση.

* Σιμωνία: Ασκηση ιερατικής εξουσίας, τελετουργικής ή διοικητικής, με αντάλλαγμα. Το αδίκημα αυτό -όπως επισημαίνει ο νομοθέτης- εμφανίζεται συνηθέστερα στις χειροτονίες και στις εκλογές για την κατάληψη εκκλησιαστικών διοικητικών θέσεων και το αντάλλαγμα αναφέρεται τόσο σε υλικό αγαθό, π.χ. χρήματα, όσο και σε ηθικό, π.χ. τιμητική διάκριση.

Τα «τυχερά» των παπάδων δεν συμπεριλαμβάνονται, γιατί αυτά εισπράττονται με την ευκαιρία τέλεσης ιεροπραξιών και όχι ως αντάλλαγμα για την τέλεσή τους.

* Ιεροσυλία: Δηλαδή διακεκριμένη κλοπή, υπεξαίρεση ιερού αντικειμένου ή ανίερη χρήση του.

*Αυτές είναι μόνο μερικές από τις κατηγορίες αδικημάτων που θεωρούνται βαρύτερες. Κατά τα άλλα, οι κληρικοί μπορούν να παραπεμφθούν και για πλήθος άλλων παραπτωμάτων που εμπίπτουν στους Ιερούς Κανόνες.

Φόρτος εργασίας

Τον τελευταίο χρόνο, με τα σκάνδαλα που αποκαλύφθηκαν στους κόλπους της Εκκλησίας, τα εκκλησιαστικά δικαστήρια είχαν αυξημένο φόρτο εργασίας.

Μέχρι τώρα εκδικάστηκαν 17 υποθέσεις και 13 κληρικοί καθαιρέθηκαν. Σε τρεις επεβλήθη αργία, ενώ υπήρξε και μοναχή που περιορίστηκε στο κελί της. Ολ' αυτά βέβαια στις «παρυφές», αφού στην κορυφή της Ιεραρχίας όλοι «καθάρισαν», με εξαίρεση την «σκαστή» περίπτωση του πρώην Αττικής...

*Αυτές τις μέρες τα συνοδικά δικαστήρια ασχολούνται με δύο περιπτώσεις κληρικών, που «σκανδάλισαν βάναυσα» όσους τους εγνώριζαν και όπου υπηρέτησαν. Ο ένας ήταν εφημέριος στη Μυτιλήνη, ο άλλος στην Ημαθία.

Η δράση του πρώτου έγινε γνωστή στο πανελλήνιο.

Πρόκειται για έναν κληρικό, έγγαμο και πατέρα τεσσάρων παιδιών, ο οποίος είχε σχέσεις «καθ' έξιν και εξακολούθησιν και κατά συρροήν», όπως σημειώνεται στο κλητήριο θέσπισμα της Ιεράς Συνόδου, «μετά πλειόνων αρρένων». Μάλιστα αναφέρεται στο ίδιο έγγραφο ότι περνούσε από την πύλη «Λήδρα Παλλάς» της Κύπρου στην περιοχή των κατεχόμενων, «τελώντας ασελγείς πράξεις με στρατιώτες της τουρκοκυπριακής φρουράς». Ο ίδιος κληρικός, κατά το κατηγορητήριο, πήγαινε και στην Αλβανία, με τον ίδιο σκοπό.

Το «κουσούρι»

Η ομοφυλοφιλία στην Εκκλησία είναι γνωστό σε όλους ότι αντιμετωπίζεται με υποκριτικό τρόπο. Δεν είναι λίγοι οι κληρικοί που έχουν το «κουσούρι», κατά την έκφραση του Χριστόδουλου και που προτιμούν όταν αποκαλυφθούν δημοσίως να εξαφανιστούν από προσώπου γης, αντί να αντιμετωπίσουν ανακρίσεις, κατηγορίες και εντέλει αυτά τα δικαστήρια.

*Υπάρχουν βέβαια μέσα στο σκοτεινό αυτό κλίμα και οι κωμικές αλλά ωστόσο ενδεικτικές περιπτώσεις.

Στον τύπο, τον τελευταίο καιρό, δημοσιεύεται πρόσκληση της Εκκλησίας προς συγκεκριμένο πρεσβύτερο μεγάλης ενορίας των Αθηνών, ο οποίος καλείται να εμφανισθεί για να δικασθεί «επί αυθαιρέτω εγκαταλείψει της εφημεριακής θέσεώς του και επί εγκαταλείψει της συζύγου και πρεσβυτέρας καθώς και της θυγατέρας του, για την τύχη των οποίων αδιαφόρησε παντελώς».

ΠΗΓΗ:ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

apostolos1986:
Αλλο ένα σχέδιο εκσυγχρονισμού

Το νέο νομοθετικό πλαίσιο βάσει του οποίου θα απονέμεται στο εξής η εκκλησιαστική Δικαιοσύνη αναμένεται να είναι έτοιμο μέχρι τον Ιούνιο.

Το επεξεργάζεται μεικτή επιτροπή από εκπροσώπους Πολιτείας και Εκκλησίας. Στόχος τους, όπως οι ίδιες δηλώνουν, να αναμορφωθεί ένα νομοθέτημα που ο καθηγητής της Νομικής Σχολής και μέλος της επιτροπής Σπ. Τρωιάνος το χαρακτηρίζει, μιλώντας στην «Κ.Ε.», «απαράδεκτο και απηρχαιωμένο».

*Πρόεδρος της επιτροπής είναι ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, παρά το γεγονός ότι η υπουργός Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου τού είχε συστήσει να μείνει εκτός αυτής της διαδικασίας.

*Αντιπρόεδρος της επιτροπής είναι ο πρόεδρος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Κ. Μπακάλης.

*Μέλη, από πλευράς πολιτείας, η καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου του Παντείου Πόπη Φουνταδάκη, ο καθηγητής Διοικητικού Δικαίου της Νομικής Αθηνών Χ. Χρυσανθάκης και ο ειδικός γραμματέας επί εκκλησιαστικών θεμάτων του υπουργείου Παιδείας Θ. Κυριαζής. Από πλευράς Εκκλησίας συμμετέχει, εκτός από τον καθηγητή Σπ. Τρωιάνο, ο συνταγματολόγος και σύμβουλος της Εκκλησίας Αν. Μαρίνος.

Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι πολλά σχέδια νόμου έχουν εκπονηθεί κατά καιρούς, με σημαντικότερο εκείνο του 1977 με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Παιδείας Γ. Βαρβιτσιώτη, χωρίς κανένα από αυτά να φτάσει στη Βουλή.

* Ο Σπ. Τρωιάνος επισημαίνει στην «Κ.Ε.» ότι «ο αγώνας της επιτροπής είναι να καταρτίσει έναν νόμο που θα είναι αποδεκτός, θα εγκριθεί από τη Βουλή, θα ικανοποιεί με τις διατάξεις του τη σύγχρονη αντίληψη περί δικαίου και δικαιωμάτων κατηγορουμένων. Εναν νόμο που δεν θα προκαλέσει αναταραχή στους κόλπους της Εκκλησίας και που θα τηρεί τις ισορροπίες χωρίς να έρχεται σε σύγκρουση με τις αρχές της δίκαιης δίκης».

1. Ενα από τα σημαντικότερα προβλήματα του νόμου που ισχύει μέχρι σήμερα -και όλοι θεωρούν πως πρέπει να αλλάξει- είναι το θέμα της σύνθεσης του επισκοπικού δικαστηρίου, όπου προσέρχονται ο κατώτερος κλήρος και οι μοναχοί.

Πρόκειται για το δικαστήριο που έχει ως μεγάλο μειονέκτημα (κατά τον επιεικέστερο χαρακτηρισμό) το ότι ασκεί ποινική δίωξη και δικάζει ένα πρόσωπο: ο οικείος μητροπολίτης! Οι πρεσβύτεροι που συμμετέχουν στη συγκρότησή του έχουν μόνον... συμβουλευτική ψήφο. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο νόμος δεν επιτρέπει να εξαιρεθεί ο μητροπολίτης, ακόμη και αν είναι ύποπτος ότι θα μεροληπτήσει. Αυτή ακριβώς η διάταξη είναι η κύρια αιτία που ο κατώτερος κλήρος επικρίνει τους αρχιερείς για κατάχρηση εξουσίας και δεσποτοκρατία.

* Ο καθηγητής της Νομικής Σχολής Ι. Μ. Κονιδάρης μάς εξηγεί:

«Ο επίσκοπος παράλληλα ασκεί την ποινική δίωξη και έχει τη μόνη, αλλά αποφασιστική ψήφο στο δικαστήριο. Ετσι, μπορεί άνετα να εξοντώσει οποιονδήποτε κληρικό που δεν συμπαθεί, ακόμη και αν το αδίκημά του είναι μικρό».

Ο καθηγητής προχωρεί ένα βήμα ακόμη, προτείνοντας να προεδρεύει στο επισκοπικό δικαστήριο άλλος μητροπολίτης απ' αυτόν που άσκησε τη δίωξη και ο οποίος θα πρέπει να ορίζεται ή να εκλέγεται από την Ιερά Σύνοδο, ενώ πρέπει οι δύο πρεσβύτεροι που έχουν εκλεγεί από τον εφημεριακό κλήρο να έχουν αποφασιστική ψήφο.

2. Το δεύτερο ακανθώδες ζήτημα είναι αυτό του λαϊκού συνήγορου. Στον νόμο του 1932 δεν προβλέπεται η παρουσία του. Με το νόμο για τη «ρύθμιση της μοναστηριακής περιουσίας» επί εποχής Αντώνη Τρίτση, καθιερώθηκε αφ' ενός μεν μερικώς η δημοσιότητα των συνεδριάσεων (που επί χρόνια ήταν κλειστές και τη δικαιοσύνη απένεμε μάλλον το Αγιο Πνεύμα) και αφ' ετέρου επιτράπηκε η παράσταση των λαϊκών συνηγόρων.

Εγκριτοι νομικοί, που ασχολούνται με τα της Εκκλησίας, υποστηρίζουν ότι η σχετική ρύθμιση έχει αποτύχει. Συχνά, ο λαϊκός συνήγορος προσέρχεται να υπερασπισθεί έναν κατηγορούμενο σε ένα δικαστήριο που οι δικαστές του δεν είναι νομικοί, αλλά αρχιερείς, θεολόγοι χωρίς καμία νομική γνώση.

Συχνά, οι συνήγοροι αντιμετωπίζονται περιφρονητικά και όταν χρησιμοποιούν «τεχνικές» ανάλογες μ' εκείνες στα πολιτικά δικαστήρια, οι αρχιερείς δικαστές εκνευρίζονται -κατ' άλλους κουράζονται- η διαδικασία χρονοτριβεί, με αποτέλεσμα ο κατηγορούμενος να κινδυνεύει περισσότερο από μια συστηματική νομική του υποστήριξη.

3. Το τρίτο ζήτημα που θα επιλυθεί με το νέο νομοθέτημα, όπως υποστηρίζουν οι συντάκτες του, είναι εκείνο της ανυπαρξίας, μετά το δευτεροβάθμιο συνοδικό δικαστήριο, άλλης δικαστικής αρχής τύπου Αρείου Πάγου. Αν και υπάρχει διάταξη στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας, του 1977, που κάνει λόγο για προσφυγή στην Ιεραρχία, ωστόσο παραπέμπει για τις λεπτομέρειες σε μελλοντικό νομοθέτημα, το οποίο δεν καταρτίσθηκε ποτέ.

ΠΗΓΗ:ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

KorkoLyk:
Αχ ξύλο που θέλουν...έντάξει, τουλάχιστον εδώ δεν είμαστε ακόμα θεοκρατία...ε;;;  :???: 8) :P ::)

Navigation

[0] Message Index