Title: ΚΙΤΣ Post by: abbis on April 22, 2006, 10:50:59 am Η μορφή του οράματος Ελλάς Του ΧΡΗΣΤΟΥ Γ. ΛΑΖΟΥ* Οταν τον Απρίλιο του 1967 το πραξικόπημα των συνταγματαρχών επέβαλε βιαίως το ιδεολόγημα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, η δυναμική του πολιτικού και αισθητικού κιτς ήταν οργανικά ενταγμένη στη φύση των πραγμάτων, ήταν το αναγκαίο προϊόν του οράματος που είχαν οι χουντικοί για τη χώρα. Σε κείμενο στον «Ελεύθερο Κόσμο» (10-2-1968), ο Γ. Παπαδόπουλος δίνει με σαφήνεια το στίγμα: «Το όραμα είναι ένα. Είναι το όραμα Ελλάς. Ελλάδα της Ελλάδος. Ελλάδα η οποία θα είναι διά τους Ελληνας η ζωή των. Θα είναι ο σκοπός των. Και ερωτάται: ποία θα είναι η μορφή του οράματος;». 1. Η χούντα αναζήτησε την απάντηση στο ιδεολογικό οπλοστάσιο και στις μαζικές εκδηλώσεις της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, στις πολιτικοστρατιωτικές παρελάσεις και τα άρματα των ολοκληρωτικών καθεστώτων, στις φτηνές απομιμήσεις των παραγωγών του Χόλιγουντ. Αλλά οι καιροί είχαν αλλάξει. Το δέος που προκαλούσαν οι γιορτές των ναζί, η οργάνωση, η πειθαρχία, ο συντονισμός και η κίνηση των μαζών που αιχμαλώτιζαν το συλλογικό ασυνείδητο, στις γιορτές για την «Πολεμική Αρετή των Ελλήνων» και για τα γενέθλια της χούντας μεταμορφώθηκαν σε παρελάσεις αποκριάτικων αρμάτων, σε σχολικές γιορτές με χιλιάδες στρατιώτες -πεζούρα και καβαλαρία- που παρίσταναν τους Μαραθωνομάχους, τους Βυζαντινούς, τους Ιταλούς που υποχωρούσαν το '40, τους νικητές εθνικόφρονες του Εμφυλίου. Σοβαροφανής καρνάβαλος, φτηνά σκηνικά, βλακώδη επιγράμματα, απομίμηση χλιδής, εθνικισμός και προγονοπληξία, επιχειρούσαν με κωμικό τρόπο να αναδείξουν «το θαύμα των Ελλήνων», «τη λεβεντιά της ελληνικής ψυχής». 2. Θυμάμαι από φωτογραφίες το άρμα των Σωμάτων Ασφαλείας: σε μια επικλινή πλατφόρμα υψώνονταν τέσσερα λευκά τσέρκια, σαν στεφάνια από τεράστιο βαρέλι, που θύμιζαν κάπως τους ολυμπιακούς κύκλους, και μέσα τους, όρθιοι, στη στάση του βιτρούβιου ανθρώπου τέσσερις ένστολοι χωροφύλακες και αστυφύλακες, μάλλον ευτραφείς, που κρατιόνταν σφιχτά από χαλκάδες να μην πέσουν. Το ταμπλό βιβάν μπορεί να μη γεννούσε το προσδοκώμενο συναισθηματικό αποτέλεσμα, αλλά το άρμα ήταν προϊόν καθαρόαιμου κιτς: ετερόκλητα υφολογικά στοιχεία είχαν αποσπαστεί από το δικό τους πλαίσιο, εδώ το κύριο στοιχείο ήταν η μίμηση σκηνής από χολιγουντιανό μιούζικαλ, είχαν εισαχθεί σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, του οποίου η γενική δομή δεν είχε τα ίδια χαρακτηριστικά ομοιογένειας και αναγκαιότητας που είχε το πρότυπο, και αυτό είχε γίνει με σκοπό το μήνυμα να μπορεί να προταθεί ως πρωτότυπο έργο, ικανό να προκαλέσει αισθητικές αντιδράσεις.(1) 3. Αλλά είπαμε, οι καιροί είχαν αλλάξει. Στις δυτικές κοινωνίες η δεκαετία του '60 χαρακτηρίστηκε από μια πολιτιστική επανάσταση που η μήτρα της ήταν η κουλτούρα της νεολαίας.(2) Κύριος φορέας αυτής της θεαματικής αλλαγής ήταν η μουσική pop, οι δίσκοι, οι συναυλίες, οι κασέτες και το παλιομοδίτικο ραδιόφωνο, που μεταμορφώθηκε τεχνολογικά με τη χρήση της μπαταρίας μακράς διάρκειας και των τρανζίστορ. Η καινοτομία ήταν ότι η νεολαία της ανώτερης και μεσαίας τάξης αποδεχόταν ως πρότυπο τη μουσική και την ενδυμασία των κατώτερων στρωμάτων των πόλεων και πρότεινε μια νέα σύνθεση.(3) 4. Ηταν μια λαϊκή και δημοκρατική αντίδραση στα καθιερωμένα και στην «αξιοσέβαστη» πολιτιστική ηγεμονία των μικρομεσαίων, που γινόταν στο όνομα της υποκειμενικότητας και της απεριόριστης αυτονομίας της ατομικής επιθυμίας. Η σύνδεση προσωπικής και κοινωνικής απελευθέρωσης, η κατάφαση της ερωτικής επιθυμίας και της απόλαυσης, ο διεθνισμός του μπλουτζίν και του ροκ έγιναν το ηγεμονικό πολιτιστικό πρότυπο στις δυτικές κοινωνίες. Ανεξάρτητα από τις ιδιομορφίες της χώρας και τους ετεροχρονισμούς, αυτό το βαθύτερο ρεύμα διαπερνούσε και την ελληνική κοινωνία πριν από το 1967. Η μορφή του οράματος του Παπαδόπουλου, συνεπώς, δεν μπορούσε παρά να είναι κιτς. 5. Αλλά το κιτς δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της δικτατορίας. Είναι μάλλον μια τυπική μορφή της μικρομεσαίας καταναλωτικής κουλτούρας, ένα μέσο εύκολης πολιτιστικής αυτοκατάφασης για ένα κοινό που βαυκαλίζεται ότι απολαμβάνει μια πρωτότυπη αναπαράσταση του κόσμου, ενώ στην πραγματικότητα καταναλώνει δευτερογενείς και φθαρμένες από εξαντλητική χρήση απομιμήσεις της πρωτογενούς δύναμης των έργων. Η τυποποιημένη προκατασκευή, η επιβολή του συναισθηματικού εφέ και η φενάκη ότι αυτό συστήνει αισθητική απόλαυση είναι χαρακτηριστικά του κιτς, που παίρνουν μορφή ανάλογα με τον φορέα που τα προβάλλει. 6. Σήμερα, κυρίαρχος φορέας είναι η τηλεόραση. Μια τηλεόραση νέου τύπου, η οποία δεν στηρίζεται στη σύμβαση (όπως η προηγούμενη) ότι είναι «ένα παράθυρο στον κόσμο» και ότι μεταδίδει γεγονότα που συμβαίνουν ανεξάρτητα από την ίδια. Αντίθετα, είτε παράγει η ίδια τα «γεγονότα» (π.χ. όλες οι μεσημβρινές εκπομπές είναι είτε εσωστρεφείς και αυτοαναφορικές, είτε εκπομπές στις οποίες ένα επιλεγμένο κοινό «εξομολογείται» τις περιπέτειες του βίου του), είτε επηρεάζει εκ των προτέρων τα γεγονότα τα οποία σκηνοθετούνται με γνώμονα την τηλεοπτική αναμετάδοσή τους. Είναι γνωστό ότι τα άλογα που συμμετείχαν στους γάμους του Καρόλου και της Νταϊάνας τρέφονταν με ειδικά χάπια για να παράγουν φωτογενείς καβαλίνες. Αυτή η τηλεόραση που παριστάνει ότι καταργεί την απόσταση («εγώ που κοιτάζω την κάμερα είμαι εδώ και σου μιλάω, τηλεφώνησέ μου και θα σου απαντήσω»), που συγχέει συστηματικά το δημόσιο με το ιδιωτικό, που μιλάει για τον εαυτό της και για το συμβόλαιο που τη συνδέει με το κοινό της, είναι «ένα παράθυρο σε έναν κόσμο κλειστό». 7. Τα μουσικοχορευτικά σόου είναι ένα μείγμα κοσμοπολιτισμού και επαρχιωτισμού που βγαίνει από την επιθεώρηση. Ο παρουσιαστής που περιστρέφει με μανία πάνω από το κεφάλι του, σαν λάσο, μια πλεξούδα σκόρδα, επιχειρεί να πείσει το κοινό του ότι η Τρίπολη και το Τέξας συγκατοικούν στο σαλόνι του. Ο πολιτικός διάλογος (τα τοκ σόου) μιμείται το φινάλε της επιθεώρησης, όταν όλος ο θίασος είναι επί σκηνής. Στις τηλεοπτικές σειρές, το κοινό ξαναζεί το κοινότοπο οικογενειακό ρομάντζο, παραγεμισμένο με μελοδραματικά εφέ. Η σημερινή τηλεόραση είναι το βασίλειο του κιτς. Σημειώσεις: (1). Uberto Eco, «Apocalitici integrati», Bompiani, 1964. (2). Eric Hobsbawn, «Η εποχή των άκρων», Θεμέλιο, 2004. (3). Με ανάλογο τρόπο, η pop-art επανοικειοποιήθηκε τα στοιχεία κιτς της καταναλωτικής middle cult και τα μεταμόρφωσε σε πρωτοποριακή τέχνη. * Ο ΧΡΗΣΤΟΣ Γ. ΛΑΖΟΣ είναι προϊστάμενος της γραμματείας της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. http://www.enet.gr/online/online_text/c=110,id=52906556 Title: Re: ΚΙΤΣ Post by: abbis on April 22, 2006, 10:52:38 am Διαχρονικό υπερθέαμα Του ΜΑΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ* Γκοοολ! Αγαπητοί τηλεθεαταί, υπερήφανοι Πανέλληνες! Σαν να μην πέρασε ούτε μια μέρα από τότε. Η δικτατορία «εφηύρε» την τηλεόραση, ανέπτυξε μέσα απ' αυτήν πρωτοφανείς μεθόδους χειραγώγησης και προπαγάνδας, έσπειρε «Αγνωστο Πόλεμο» θερίζοντας πασίγνωστες σκοπιμότητες και μοναδικές τηλεθεάσεις, πούλησε με το κιλό πατριδοκαπηλεία ή ευσεβισμό και πρωτοστάτησε στην παραγωγή υπερθεαμάτων «διαχρονικά ιστορικού χαρακτήρα» που έκαναν το κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο να ριγεί από εθνική συγκίνηση και έξαρση. Είτε για την «πολεμική αρετή των Ελλήνων», είτε για την επέτειο ιδρύσεως του ΝΑΤΟ οι μικρομεσαίοι μεσσίες και ο περιούσιος λαός τους, χοροστατούντος πάντοτε του Μακαριωτάτου υπηρεσίας, ξεδίπλωναν τις γαλανόλευκες και παραληρούσαν μέσα από εκδηλώσεις απείρου κάλλους. **Σας θυμίζουν τίποτε όλα αυτά; Μήπως πρόσφατα συγκλόνισαν κι εσάς οι επικές εικονογραφήσεις της τρεισχιλιετούς ιστορίας μας, μήπως ζητωκραυγάσατε τη στιγμή που ο Μακαριώτατος ευλογούσε τα ηρωικά μπούτια του Ζαγοράκη ή τις τιτάνιες γάμπες του Καραγκούνη; Ή μήπως ξεχυθήκατε με τη σειρά σας στους δρόμους για το «Γ...μημένο» ή πλαντάξατε στο κλάμα για τα βάσανα του ταξίαρχου Θεοχάρη και της αγαπημένης του, που η κοινωνία την κατατρέχει; Πόσος Φώσκολος μάς απομένει, άραγε, ακόμη από την εποχή της ΥΕΝΕΔ και τις ταινίες της Φίνος ώς το τώρα, που ο Γίγας του Antenna σε άμιλλα με τον Alpha ταΐζει το φιλοθεάμον κοινό με σάγκες τύπου «Λάμψη», καλλιστεία για νομιμοποιημένη οφθαλμοπορνεία fame story για την καλλιτεχνική μας επιμόρφωση σε καλιαρντά και «χλοοταπήτωση» (sic) της αρχαίας Αλτεως; **Πολύ φοβούμαι πως το στρατηγικό εργαλείο εκμαυλισμού της χούντας, πλήρως ιδιωτικοποιηθέν σήμερα, ακόμη και στα λεγόμενα κρατικά κανάλια έφτασε με μιαν εφιαλτική διαλεκτική στην πλήρη, δηλαδή την απολύτως αγοραία, ωρίμανσή του. Οι αντιστάσεις μηδενικές, εφόσον οι άνθρωποι εκείνοι που διέθεταν και την παιδεία και το κύρος να καταπολεμήσουν το κυρίαρχο τηλε-kitsch είτε περιθωριοποιήθηκαν, είτε εγκατέλειψαν. Κυρίως γιατί είναι πολιτική η βούληση να εδραιωθεί έτι περαιτέρω το αισθητικό status quo που η δικτατορία τότε συνέλαβε και υλοποίησε σε πρωτόλεια μορφή. **Στους τοίχους των Εξαρχείων διαβάζω: «Τόση μπάλα και τόσους μπάτσους είχαμε να δούμε απ' τη χούντα». Προϊούσα με ραγδαίους ρυθμούς είναι η συντηρητικοποίηση της κοινωνίας: Μετρήστε καθημερινά τους παπάδες που παρελαύνουν απ' τα media αντί ν' ασκούνται πνευματικά καταπολεμώντας την ακηδία στους ναούς ή τα κελιά τους, και θαυμάστε έναν λαϊκίζοντα, με το αζημίωτο, τύπο που ανακαλύπτει από τότε ώς σήμερα και προβάλλει καρκινοκτόνα νερά, αγίες, σκηνώματα, εικόνες που δακρύζουν και καντήλια που... (θου Κύριε!). Λες και ήταν χτες, λες και ήταν χτες όπως τραγουδούσε η μακαρίτισσα η μαμά μου, θαυμάστρια του πατρός-Δρακουμέλ Καρπαθίων. **Και το έσχατο που, όμως, είναι πρώτο: το ΥΠΠΟ είναι δημιουργία της χούντας, η οποία απέκοψε τμήματα από τα υπουργεία Παιδείας και Προεδρίας ώστε να κατασκευάσει έναν μηχανισμό εθνικιστικής προπαγάνδας και πρωτόγονης ειδωλοποίησης των έργων της τέχνης και των ιδεών του πολιτισμού. Ανατρέχοντας στη δράση, τις επιλογές και την πολιτική του ΥΠΠΟ όλα αυτά τα χρόνια δεν μπορώ παρά να μελαγχολήσω, καθώς οι εκκρεμότητες διαιωνίζονται -π.χ. τα Μουσεία Ακρόπολης και Σύγχρονης Τέχνης, η Λυρική Σκηνή, η Ακαδημία Μουσικής, τ' αδιέξοδα της συμφωνικής μουσικής ή του χορού, η «εξαγωγή» της ελληνικής τέχνης αλλά και η διάχυσή της σε κάθε γωνιά της χώρας- εφόσον το φαίνεσθαι σταθερά υπερκαλύπτει το είναι και το kitsch ενδύεται κρατικό ένδυμα. Από τον Κ. Τρυπάνη ώς την «αθώα» Μελίνα και από τον κ. Βενιζέλο στον κ. Βουλγαράκη, κάτι μοιάζει να είναι λάθος, ένα έγκλημα συντελείται, που το πληρώνει ο τόπος με επίχειρα τη συνεχή του εκβαρβάρωση μέσα από έναν λαϊκισμό ο οποίος εκκινεί από την, όποια, ηγεσία αλλά μολύνει και τον τελευταίο πολίτη. * Ο ΜΑΝΟΣ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ είναι ιστορικός τέχνης, λέκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 23/04/2006 http://www.enet.gr/online/online_text/c=110,id=60806076 Title: Re: ΚΙΤΣ Post by: abbis on April 22, 2006, 10:54:04 am Αυταρχική κακογουστιά, δημοκρατικό κιτς Του ΠΑΝΑΓΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ* Η κιτς αισθητική, αυτή που αναμειγνύει ετερόκλητα πολιτισμικά σύμβολα και αθροίζει τη φτώχεια με το μεγαλείο, το ταπεινό με το μεγαλειώδες, το μνημειακό με το ταπεινό, το κομψό με το ακαλαίσθητο, υπήρξε, πριν διαδοθεί ο όρος ως συνώνυμο της κακογουστιάς, ένα συνειδητό καλλιτεχνικό ρεύμα στο χώρο των εικαστικών τεχνών και στην υψηλή ραπτική. Σε διάλογο με τις τάσεις της πανκ και της ποπ κουλτούρας, η κιτς καλλιτεχνία αμφισβητούσε τον βαρύγδουπο ακαδημαϊσμό και τις περιχαρακώσεις των πρωτοποριών στις οποίες καταλόγιζε σοβαροφάνεια και αλαζονία. **Η ιστορία του ελληνικού κιτς έχει μιαν ολότελα διαφορετική αφετηρία: Εχει την κρατική σφραγίδα της δικτατορίας των συνταγματαρχών, η οποία στο πλαίσιο της τόσο σαθρής όσο και επιθετικής ιδεολογίας μιας εθνικόφρονος τάξης του κόσμου, σταχυολογούσε, κατά το δοκούν, με δεσπόζουσα παράσταση μια εμφυλιακή εικονολογία στρατοπέδου, τα πιο επιφανειακά στοιχεία του εθνικιστικού αποθέματος της χώρας μας. **Το αρχαίο κλέος της Λακεδαίμονος αγκάλιαζε την ανδροπρέπεια της περήφανης φουστανέλας, οι γιορτές πολεμικής αρετής στο Παναθηναϊκό στάδιο αναπαρήγαγαν ως καρικατούρες τη στρατοκρατική κουλτούρα του ευρωπαϊκού φασισμού του μεσοπολέμου, η πολεμική κινηματογραφία του Τζέιμς Πάρις προήγαγε έναν χρωματιστό προπαγανδιστικό εξπρεσιονισμό που προσπαθούσε να ξαναγράψει την ιστορία στα μέτρα των Γενικού Επιτελείου Στρατού, μια και οι ίδιοι οι δικτάτορες με τις υστερικές δημόσιες εμφανίσεις τους και τη χωροφυλακίστικη ρητορική τους συνέτειναν στην αποσάθρωση του κοινωνικού γούστου. **Σε συνδυασμό με την άντληση των απλοϊκότερων παραμέτρων από το δυτικό και ιδιαίτερα το αμερικανικό εικονολόγιο (είναι που αποθεώνονται οι μπουτίκ, οι μικροαστικές επιδείξεις μόδας και ο κοσμοπολιτισμός του Λάκη Κομνηνού, το πλαστικό τάπερ και οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί «λουξ» επειδή είναι εισαγόμενο ή παραδοσιακό επειδή παραπέμπει στην αγροτική λεβεντιά), το κακό γούστο θα έρθει, με τη στήριξη συγκεκριμένων μικροαστικών μερίδων (αλλά κυρίως της στρατοκρατικής κυριαρχίας), να σαρώσει τα πολιτισμικά υποδείγματα της εργατικής εγκράτειας και του έντιμου μόχθου της μεταπολεμικής περιόδου. Μόνο που το κακό γούστο αυτό δεν θα αποτελέσει σε καμία του στιγμή όχημα απεγκλωβισμού από τον κοινωνικό κομφορμισμό. Θα λάβει, αντιθέτως, τη μορφή μιας σειράς απαγορεύσεων που ελάχιστα σχετίζεται με τη δημόσια ασυναρτησία της εικόνας που βιώνουμε σήμερα. **Περισσότερο από κιτς αισθητική του εξτραβαγκάν, η χουντική κουλτούρα περιόρισε τη δημόσια εικόνα σε μια διογκωμένη σκηνοθεσία εθνοπατριωτικής σχολικής εορτής από τη μια και σε μια δυτικότροπη αποικία αμερικανικών προδιαγραφών από την άλλη. Και αν στη μέση αχνοφάνηκε το σκυλάδικο, με την παράδοξη δυναμική του, υπερφαλαγγίστηκε εντέλει και αυτό από τα λαμέ shows του Φλωρινιώτη και τον ναρκισσισμό του δυνατού φωτισμού, της εξουσιαστικής επίδειξης και του λαμέ ρούχου. **Πόσο καθοριστική μπορεί να υπήρξε όμως αυτή η περίοδος της «αυταρχικής κακογουστιάς»; Το γεγονός ότι αποδιάρθρωσε τη μεταπολεμική κοινωνική αισθητική της εργασίας και της συλλογικής προσπάθειας σημαίνει κιόλας ότι η χουντική κακογουστιά κατίσχυσε και μετά τη λήξη της δικτατορίας; **Ασφαλώς και μπορεί κανείς να εντοπίσει αποτυπώματα της αυταρχικής κακογουστιάς και στη Μεταπολίτευση, παρά την πολιτισμική άνθηση της αριστερής ρητορικής και των συμβολισμών της (με προεξάρχουσες όλες τις μορφές στρατευμένης τέχνης). Η γέννηση της τηλεόρασης στο περιβάλλον του χουντικού καταναγκασμού και του πολιτισμού της ανελευθερίας ασφαλώς και μόλυνε το πεδίο του εικονολογικά θεμιτού. Η τηλεόραση π.χ. μοιάζει και μετά την άρση της κυβερνητικής κηδεμονίας να διαχειρίζεται την εικόνα μέσα από το ιδίωμα του υπερ-λαμπερού χρώματος, του επιδεικτικού φωτισμού, του ευτελούς. Θα ήταν, ωστόσο, λάθος να πιστέψουμε ότι η χουντική μικροαστική κακογουστιά και εθνικιστική επιθετικότητα προσδιόρισαν το κυρίαρχο κοινωνικό γούστο της Μεταπολίτευσης. **Η δεκαετία του 1980, με τη σταδιακή οπισθοχώρηση της στρατευμένης κουλτούρας και την οικονομική ανάπτυξη των μεσοστρωμάτων, θα δει μίαν έκρηξη μεικτών μορφωμάτων αμφιβόλου καλαισθητικής στερεότητας. Με τον πολιτισμό της πίστας και τα λούσα της, την γκροτέσκα κωμωδία του βιντεοκλάμπ, την απαρχή της επιδεικτικής κατανάλωσης στο χώρο του Ι.Χ. και ένα πολιτικό προσωπικό να φτιάχνει είδωλα τριτοκοσμικής επαναστατικότητας, την ύπαιθρο να ασκείται σε μια μιμητική και αδέξια κατανάλωση, η δεκαετία του 1980 μπορεί να θεωρηθεί ότι κυριαρχείται από το κιτς. **Το κιτς αυτό όμως μικρή σχέση έχει πλέον με την αυταρχική κακογουστιά της προηγούμενης φάσης. Είναι περισσότερο μια καλαισθητική κρίση που προκαλείται από την ταχεία πρόσβαση ευρύτατων μεσοστρωμάτων σε μια πρωτόγνωρη συνθήκη σχετικής ευμάρειας. Το κιτς του '80 αποτυπώνει μια κρίση ανάπτυξης, χρωματίζει τους όρους μιας ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας και τον εκδημοκρατισμό των ηθών. Η επιδεικτική κατανάλωση του μυστακοφόρου και εσχάτως κοστουμαρισμένου ανθρώπου της Αλλαγής στις πίστες του Πανταζή δεν προκύπτει από κάποια εγγενή έλλειψη γούστου αλλά από τη γελοιογραφική αποτύπωση μιας κρίσης ανάπτυξης και εκδημοκρατισμού. **Για να το πω διαφορετικά, ο λαϊκός άνθρωπος που άκουγε λαϊκά από το τζουκ μποξ με τα ρούχα της δουλειάς πίνοντας ρετσίνα στα μέσα του 1960 ίσως να μην απέχει από τον υπέρβαρο μεσοαστό που, πίνοντας το αγαπημένο του ουίσκι, ραίνει με γαρδένιες την τραγουδίστρια στις πίστες της Συγγρού 20 χρόνια αργότερα. Και ίσως ο εύκολος στιγματισμός του ως κιτσάτου-κακόγουστου και νεόπλουτου να μην είναι τίποτα λιγότερο από την προσπάθεια μιας ελίτ να διατηρήσει προνόμια κοινωνικά μέσα από την επίκληση μιας αισθητικής ορθοδοξίας. * Ο ΠΑΝΑΓΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ είναι λέκτορας στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 23/04/2006 http://www.enet.gr/online/online_text/c=110,id=82742972 Title: Ιστορικοί τόποι ή μνημεία του κιτς Post by: abbis on April 28, 2006, 16:26:57 pm ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ, άξονας Αριστοτέλους, πλατεία του λιμανιού
Ιστορικοί τόποι ή μνημεία του κιτς Tου ΓΙΑΝΝΗ ΧΑΤΖΗΓΩΓΑ * Οταν η ελληνική κυβέρνηση καλούσε στα 1917, αμέσως μετά την πυρκαγιά, τον διάσημο τότε Ερνέστ Εμπράρ να σχεδιάσει τον κεντρικό άξονα της πρωτεύουσας των Βαλκανίων, από την πάνω πόλη και τα βυζαντινά τείχη μέχρι τη θάλασσα, κατάφατσα στο βουνό των θεών, τον Ολυμπο, είχε και όραμα και πολιτική θέληση και σχέδια ανάπτυξης αξιοπρεπή... H πλατεία Αριστοτέλους, μεγάλο ατού της Θεσσαλονίκης χάρη στον Ερνέστ Εμπράρ που κατάλαβε... Ο Εμπράρ, που ήταν τότε από τους καλύτερους διεθνώς αρχιτέκτονες-πολεοδόμους, πήρε υπ' όψιν του τα πολύτιμα αρχαία, τη «μεγαληφόρο», τις «μαγεμένες» που ήταν από τότε στα υπόγεια του Λούβρου, τη στοά του Κρυπτοπόρτικους, την Παναγία Χαλκέων δεξιά και το διπλό γιούνισεξ χαμάμ στα αριστερά, την Εγνατία οδό φυσικά, έκανε στοές προς λαϊκές αγορές από τις δύο μεριές, έκανε ένα ημικυκλικό άνοιγμα προς τη μεριά της θάλασσας, με μεγαλοπρεπείς στοές, ενσωμάτωσε το τραμ σε τρία σημεία κατά μήκος, σκέφτηκε τη θαλάσσια συγκοινωνία, και κυρίως σχεδίασε το τελευταίο και καλύτερο σημείο της πλατείας, αυτού του τεράστιου και εξαιρετικά προνομιούχου «ποταμού» των κατοίκων από την πάνω πόλη προς τη θάλασσα. Για δεκαετίες πολλές, ανάμεσα σε πολέμους και άλλες καταστροφές, λειτούργησε το σχέδιό του... ο κόσμος το κατάλαβε και το τίμησε κατεβαίνοντας στην περίφημη «βόλτα» δίπλα στη θάλασσα τις Κυριακές και τις αργίες. Σχεδίασε έναν τεράστιο κενό χώρο για όλους, έναν χώρο ανάσας για όλη την πόλη. Σχεδίασε, αλλά αυτό δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Ογδόντα χρόνια μετά το 1917, η πολιτιστική πρωτεύουσα σχεδίασε και πραγματοποίησε έναν διεθνή διαγωνισμό με πάρα πολλές διάσημες και αξιόλογες λύσεις και βραβεία, που είχαν όλα ένα κοινό χαρακτηριστικό: αντιμετώπιζαν την Αριστοτέλους ως παγκόσμια πλατεία, σίγουρα μια από τις ωραιότερες της Μεσογείου, σε δυνατότητες, προσανατολισμό, σχεδιασμό, προϋποθέσεις... Τότε ήταν που ο Μανώλης Χιώτης έγραψε τα «Ηλιοβασιλέματα γεμάτα αναμνήσεις», ο Αλέξης Ασλάνογλου, ο Πεντζίκης και ο Μανόλης Αναγνωστάκης μερικά από τα πιο σπαρακτικά τους ποιήματα. Παράλληλα, όλοι οι ευαίσθητοι και σοβαροί άνθρωποι αυτής της πόλης -εφόσον δεν ξενιτεύτηκαν τρέχοντας- έβλεπαν με ανησυχία, τρόμο, αηδία και αγανάκτηση... μαζί με πολύ γέλιο, τις βάρβαρες κακοποιήσεις της πλατείας αυτής. Από μια σειρά παράγοντες που είτε δεν καταλάβαιναν είτε είχαν ιδιοτελή συμφέροντα είτε στερούνταν απολύτως κάθε οράματος. - Το τραμ ξηλώθηκε χάριν του αυτοκινήτου. - Τα καραβάκια σταμάτησαν για χάρη του ΟΑΣΘ. - Ο δήμος έβαλε παρκόμετρα και απέκοψε οπτικά και πραγματικά τη θέα, την πρόσβαση στο θαλάσσιο μέτωπο, τον Ολυμπο απέναντι για χάρη δέκα θέσεων πάρκινγκ. - Τα περίπτερα μετατράπηκαν σε τεράστια συγκροτήματα που αποκόπτουν τη θέα, τη θάλασσα, την ανάσα. - Τα καφέ με τεράστιες τέντες κακόγουστες ή μη κατέλαβαν και απέκλεισαν με ναύλο τα δύο πέμπτα της επιφάνειας της πλατείας. - Τα τραπεζοκαθίσματα είναι η προηγούμενη γενιά κατάληψης πεζόδρομων. Τώρα έχουμε τεράστιες σόμπες υγραερίου, ξύλινα, μεταλλικά σαλονάκια, αποθήκες νερού εμφιαλωμένου και μπαταρίες από κάδους απορριμμάτων πάνω στο κύμα, εκεί που κανονικά θα έπρεπε να βλέπει κανείς... Σ' αυτές τις μόνιμες πια «φορητές» αλλά και αφόρητες καταστάσεις, έρχονται να προστεθούν απίθανες παρεμβάσεις κατά καιρούς, όπως: - Το κλείδωμα των στοών το βράδυ. - Ενα νέο τεράστιο μπετονένιο ρολόι για τους αεροπόρους χαμηλών πτήσεων, που κόβει τη θέα της θάλασσας από Τσιμισκή και πάνω. - Μια απίθανη «σινιέ» αψίδα με αγγελάκια θανατηφόρα μπροστά στο «Ολύμπιον»... την Πρωτοχρονιά. - Κάτι απίστευτοι «φοίνικες γιαλαντζί» σε βόρειο πλάτος πάνω από 40 βαθμούς. - Απίστευτος αριθμός από πινακίδες και διαφημίσεις νόμιμες και παράνομες. Και μέσα στη γενική σύγχυση, αμέτρητα μεγάλα αυτοκίνητα αξιωματούχων πάσης φύσεως, και μηχανές μεγάλου ή μικρού κυβισμού, μικροπωλητές πάνω στο σταυροδρόμι, διπλά ψυγεία αναψυκτικών και παγωτών ανά περίπτερο, πάγκοι, σταντ δωρεάν εφημερίδων, στάσεις λεωφορείων εν μέσω διαβάσεων για άτομα με ειδικές ανάγκες και πυκνών περιπολιών της νέας «δημοτικής αστυνομίας». Αν νομίζετε ότι είναι υπερβολικά όλα αυτά... δοκιμάστε να κάνετε μια βόλτα από τον Αγιο Δημήτριο μέχρι τη θάλασσα, προσπαθώντας να δείτε και να απολαύσετε τη θάλασσα, μέρα ή βράδυ, δοκιμάστε, δεν είναι σίγουρο ότι θα το πετύχετε απέναντι σε όλα όσα θα βρείτε απέναντί σας, ενάντια στη θέα της θάλασσας, στο περπάτημα με τα πόδια, στην απόλαυση της θέας, των ήχων, του ήλιου που δύει ή μεσουρανεί και κάνει το νερό να λαμπυρίζει στα κάθετα μικρά δρομάκια της παλιάς παραλίας -αν θυμάμαι καλά- δοκιμάστε και... τα ξαναλέμε. Κυρίως όμως πιστεύω θα έπρεπε όλοι οι δημοτικοί άρχοντες, εφόσον θέλουν να διατηρήσουν ή να κερδίσουν τον τίτλο αυτό τιμής και όχι διαχείρισης της απίστευτης μιζέριας... να κάνουν κι αυτοί μια βόλτα. Η πλατεία Αριστοτέλους μαζί με την παλιά παραλία είναι το μεγάλο ατού της πόλης μας, χάρη στον Εμπράρ, που κατάλαβε. Εδώ είναι μαζεμένα σε μια απίθανα ευνοϊκή συνύπαρξη ο Λευκός Πύργος, το Βυζαντινό Λιμάνι, το παραθαλάσσιο τείχος, «οι μαγεμένες» που λείπουν, το νερό της Μεσογείου, οι μεγαλοπρεπείς στοές, οι παλιές γραμμές του παραθαλάσσιου τραμ, οι στάσεις αποβίβασης των πλοίων και τόσα άλλα, που πρέπει να μάθουμε να τα βλέπουμε. Δεν είναι κρίμα η πλατεία Ελευθερίας να είναι πάρκινγκ αυτοκινήτων, η όμορφη πλατεία του λιμανιού... Δεν είναι κρίμα για μια χούφτα ευρώ το μήνα να παρκάρουν δέκα αυτοκίνητα στο μέτωπο της πλατείας με τη θάλασσα; Δεν είναι κρίμα η κυκλοφορία της παλιάς παραλίας να μην αφήνει το βλέμμα να κοιτάξει απέναντι; Δεν είναι κρίμα ένα άθλιο περίπτερο δολωμάτων να ασχημίζει το καλύτερο μπαλκονάκι της παλιάς παραλίας; Κυρίως όμως είναι κρίμα να τα δεχόμαστε αυτά ως... τι να κάνουμε, έτσι ήταν, εγώ θέλω να παρκάρω όπου νομίζω στο κέντρο... δεν γίνεται τίποτε κ.λπ. Ομως, μπορεί να κάνω και λάθος, μπορεί κάθε πόλη να έχει τους κατοίκους και τους δημοκρατικά εκλεγμένους άρχοντες που της αξίζουν. Μπορεί να έχει δίκιο ο κύριος Μαρκ Μαζάουερ και το καταπληκτικό του βιβλίου «Θεσσαλονίκη, πόλη των φαντασμάτων», ή ο Δημήτρης Χατζής, ότι έφτασε «το τέλος της μικρής μας πόλης», μιας πόλης του ενάμισι εκατομμυρίου με αισθητική παρακμιακής κωμόπολης του Τρίτου Κόσμου. *Αν. καθηγητής Αρχιτεκτονικής, ΑΠΘ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 28/04/2006 Title: Re: ΚΙΤΣ Post by: fugiFOX on April 29, 2006, 14:47:47 pm Και μην ξεχνάς το γκρέμισμα της ιστορικής Καμάρας για να περάσει ο δρόμος.
Όλος ο κόσμος* προσπαθεί να αναστηλώσει τα μνημεία του και εμείς τα γκρεμίζουμε. Γκρεμίστε και τον Παρθενώνα και χτίστε μια χωματερή όπως λέει ο ΑΛιάκμων. *= μόνο τους φανατικούς Ταλιμπάν έχω υπόψη μου, αλλά και αυτοί από όσο θυμάμαι κατέστρεψαν μνημεία άλλων πολιτισμών |