Title: Ελληνικό ποδοσφαιρικό ...λεξικό.... Post by: apostolos1986 on April 15, 2006, 22:55:21 pm Ελλάδα
Ποδιά - Ο επιθετικός περνάει τη μπάλα κάτω από τα πόδια του αμυντικού και την παραλαμβάνει από την άλλη μεριά. Ο χαρακτηρισμός "ποδιά" βγήκε από τον "ακίνητο" αμυντικό και τον επιθετικό που ολοκληρώνει την κίνηση στην πλάτη του, σαν να του δένει την ποδιά. Σακούλα - Η προσποίηση του επιθετικού που αναγκάζει τον αμυνόμενο σε ένα τελείως άστοχο τάκλιν το οποίο βρίσκει μοναχά αέρα και τον καθιστά εκτός φάσης. Χρησιμοποιείται επίσης και το ενεργητικό "τον έστειλε για βρούβες" (χρήσιμη η σακούλα). Τσαρούχι - Η μπάλα στρώνεται στον επερχόμενο ποδοσφαιριστή και αυτός σουτάρει με όλη του τη δύναμη με στόχο την εστία των αντιπάλων. Χτυπάει, όμως, άτσαλα την μπάλα και αυτή εκσφενδονίζεται "στα πουλιά" σαν ο παίκτης να μη φορούσε ποδοσφαιρικά παπούτσια αλλά... τσαρούχια. Θωρηκτό/Τανκ - Ο σέντερ φορ που σκοράρει παλικαρίσια γκολ παίρνοντας παραμάζωμα τους αμυντικούς της αντίπαλης ομάδας. Παίκτης εργαλείο - Αναφέρεται στον παίκτη που δεν έχει κάποιο πρωταγωνιστικό ρόλο στο παιχνίδι της ομάδας του και ουσιαστικά λειτουργεί ως κομπάρσος. Όταν η ομάδα έχει κερδίσει, ο χαρακτηρισμός αποδίδεται στον ποδοσφαιριστή που θέλουμε να επαινέσουμε αλλά δεν θυμόμαστε να κάνει κάτι καλό. Χαλκέντερος - Λέξη που χρησιμοποιεί αποκλειστικά η εφημερίδα "Φως" όταν αναζητεί χαρακτηρισμό για τους -σχεδόν αποκλειστικά- αμυντικογενείς παίκτες (φτου φτου) του Ολυμπιακού. Τα πρωτεία διαθέτουν οι Αμανατίδης, Κωστούλας, Στολτίδης. Κοράκι - Ο διαιτητής. Χαϊδευτικά αποκαλείται και "κόρακας". Πηγάζει από το παραδοσιακό μαύρο χρώμα της στολής του διαιτητή. Χασάπης/Χειρούργος - Ο άρχοντας του αγώνα παρατάει τη μαύρη αμφίεση και φοράει τα ρούχα του "σφαγέα" των σωστών αποφάσεων. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει "κόρακα" που αδίκησε τη μια από τις δυο ομάδες. Κατάπιε το στραγάλι - Όταν ο διαιτητής δεν σφυράει σε κάποια φάση που η παράβαση είναι εμφανέστατη για όλους πλην αυτού. Κατέβασε ρολά - Ο τερματοφύλακας που αποκρούει τα πάντα και δεν αφήνει να μπει γκολ στην εστία του η οποία μοιάζει σαν μαγαζί που έχει κατεβάσει ρολά και δεν περνάει τίποτα. Έστησε περίπτερο - Ο επιθετικός που έχει "κατασκηνώσει" στην αντίπαλη περιοχή για να εκμεταλλευθεί τυχόν λάθη των αμυνομένων ή τις γιόμες των συμπαικτών του. Μετά τη θέσπιση του οφσάιντ, το είδος βρίσκεται υπό προστασία. Αγγαρεία - Αναφέρεται σε αγώνα ομάδων που μια αγωνιστική πριν τη λήξη του πρωταθλήματος είναι βαθμολογικά αδιάφορες και αντιμετωπίζουν τον αγώνα ως φαντάροι που εκτελούν την τελευταία τους σκοπιά. Title: Re: Ελληνικό ποδοσφαιρικό ...λεξικό.... Post by: Verminoz on April 16, 2006, 13:12:05 pm Συμπαθητικό αλλά θα μπορούσε να είναι πού καλύτερο. :D
Title: Απ: Ελληνικό ποδοσφαιρικό ...λεξικό.... Post by: bakeneko on April 16, 2006, 16:58:21 pm Χεχ, 2-3 από αυτά τα λέγαμε στο δημοτικό :P
|