THMMY.gr

Τμήμα-Πανεπιστήμιο-Παιδεία => Πανεπιστήμιο και Παιδεία => Topic started by: ACE on September 24, 2011, 12:41:10 pm



Title: Ώρα προσωπικής και συλλογικής ευθύνης για την πανεπιστημιακή κοινότητα
Post by: ACE on September 24, 2011, 12:41:10 pm
Ώρα προσωπικής και συλλογικής ευθύνης για την πανεπιστημιακή κοινότητα
24/09/2011
 

του Γιάννη Καλογήρου


"Η κατάσταση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα έχει φτάσει σε ένα οριακό σημείο. Τα  χρονικά περιθώρια έχουν στενέψει επικίνδυνα.  Η εξεταστική περίοδος του Σεπτεμβρίου εξαντλείται χωρίς ακόμη να έχουν ξεκινήσει οι εξετάσεις και σε δέκα μέρες- σύμφωνα με την παράδοση και τον προγραμματισμό- αρχίζει η νέα ακαδημαϊκή χρονιά που πρέπει να καλύψει- και ορθά- 13 εβδομάδες εκπαιδευτικής διαδικασίας ανά εξάμηνο. Ο εκπαιδευτικός χρόνος δεν συμπιέζεται και δεν επεκτείνεται απεριόριστα και ανέξοδα. Πολύ περισσότερο δεν πρέπει να συμπιέζεται η εκπαιδευτική διαδικασία. Το πανεπιστήμιο δεν μπορεί και δεν πρέπει να μετατρέπεται από χώρο μάθησης (και έρευνας)  σε εξεταστικό κέντρο. Και όμως τον τελευταίο μήνα, στα περισσότερα ελληνικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, επαναλαμβάνεται σε εβδομαδιαία βάση ο γνωστός κύκλος που εξελίσσεται περίπου ως εξής: τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (στη συντριπτική τους πλειοψηφία) παραμένουν ουσιαστικά κλειστά, στην πραγματικότητα κλειδωμένα και έρημα με αδρανείς τις ακαδημαϊκές τους λειτουργίες και ανοίγουν συνήθως για μια μέρα κάθε βδομάδα για συνελεύσεις που διεξάγονται με ή/και χωρίς απαρτία και με τον ίδιο στερεότυπο τρόπο για να «επιβεβαιώσουν» τη συνέχιση μιας αδιέξοδης κατάστασης. Δυστυχώς, οι πανεπιστημιακές «καταλήψεις» επιβεβαιώνουν τη γνωστή ιστορική ρήση της επανάληψης της ιστορίας σαν φάρσας - τουλάχιστον αν συγκριθούν με τις αυθεντικές καταλήψεις του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, πολλά χρόνια πίσω.

Σε συνθήκες πολύ μεγάλων δημοσιονομικών περιορισμών και στο πλαίσιο μιας μεγάλης αβεβαιότητας για την προοπτική της χώρας μας και το μέλλον της νέας γενιάς, η διατήρηση  ενός υποχρηματοδοτούμενου και ταυτόχρονα «κλειστού και αργούντος, ή περιοδικά λειτουργούντος» πανεπιστημίου δεν είναι ούτε εφικτή, αλλά ούτε και αποδεκτή για ένα πολύ μεγάλο τμήμα της ακαδημαϊκής κοινότητας, αλλά και ένα ακόμη μεγαλύτερο τμήμα  της κοινωνίας. Το ελληνικό πανεπιστημιακό σύστημα οδηγείται σε σταδιακή απαξίωση και βαθμιαία θα χάνει πολλούς και αξιόλογους νέους φοιτητές,  που - εφόσον οι γονείς τους έχουν την οικονομική δυνατότητα - θα προτιμήσουν να ξεκινήσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό. Και ως γνωστόν: «οι καλοί φοιτητές κάνουν, μεταξύ άλλων, τα καλά πανεπιστήμια». Ταυτόχρονα, ένας ακόμη κοινωνικός (ταξικός) διαχωρισμός θα ενδυναμωθεί.

Όμως, η παράταση της κατάστασης αυτής πλήττει καίρια και μια άλλη επιτυχημένη διάσταση του ελληνικού πανεπιστημιακού συστήματος, την ισχυρή και διαρκή (εικοσιπενταετή) του παρουσία στα ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα που χρηματοδοτούνται με ανταγωνιστικές και αξιοκρατικές διαδικασίες. Το παρατεταμένο κλείδωμα των ελληνικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων υπονομεύει καίρια τη δυνατότητα των ελληνικών ερευνητικών ομάδων να ανταποκριθούν στις διεθνείς τους υποχρεώσεις και διαβρώνει την ερευνητική τους συνοχή, σε μια περίοδο εντεινόμενου ερευνητικού ανταγωνισμού και μειωμένης εθνικής χρηματοδότησης της έρευνας. Ταυτόχρονα, συνεχίζονται από ορισμένες πλευρές οι επιθέσεις κατά της σύνδεσης της ερευνητικής δραστηριότητας με την παραγωγή και τις επιχειρήσεις, όταν αυτό για το οποίο θα έπρεπε- με βάση όλα τα ευρωπαϊκά και διεθνή δεδομένα- να εγκαλέσει κανείς τις ελληνικές επιχειρήσεις (ή τις περισσότερες από αυτές) είναι ότι οι πόροι που διαθέτουν διαχρονικά για τη χρηματοδότηση της έρευνας και την αξιοποίηση της παραγόμενης γνώσης είναι εξαιρετικά περιορισμένοι. Ως εκ τούτου, στην εποχή του τεχνολογικού ανταγωνισμού, το ελληνικό παραγωγικό σύστημα βρίσκεται σε υποδεέστερη θέση στο πλαίσιο του διεθνούς καταμερισμού εργασίας. Το «σουρεαλιστικό τοπίο» συμπληρώνεται ενίοτε και με κατάληψη των γραφείων του «Ειδικού Λογαριασμού Έρευνας» (που διαχειρίζεται τους πόρους, οι οποίοι κυρίως προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τη χρηματοδότηση της Έρευνας) με αποτέλεσμα να παρεμποδίζεται - μεταξύ άλλων - και η πληρωμή πολλών ερευνητών (υποψηφίων διδακτόρων, μεταδιδακτόρων  κ.α.).

Το παρήγορο της όλης υπόθεσης είναι ότι την τελευταία εβδομάδα αναπτύσσονται “από τα κάτω” σε όλα τα πανεπιστήμια πρωτοβουλίες (και με τη συλλογή υπογραφών) μελών του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ), αλλά και  φοιτητών υπέρ των ανοιχτών πανεπιστημίων, που σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν οδηγήσει στο άνοιγμα των σχολών. Είναι, επίσης, πολύ θετική η στάση της Ομοσπονδίας των Πανεπιστημιακών (της ΠΟΣΔΕΠ) που έχει ταχθεί με μεγάλη σαφήνεια υπέρ του ανοιχτού Πανεπιστημίου.

Η ψήφιση ενός νόμου σπάνια μπορεί να συγκεντρώσει τη απόλυτη συμφωνία και  την πλήρη αποδοχή. Εξάλλου, τέλειος νόμος δεν υπάρχει. Πάντα θα έχει κενά και δυσλειτουργίες, πάντα θα ελλοχεύει ο κίνδυνος στρεβλώσεων που ο νομοθέτης παρέβλεψε ή υποτίμησε, πάντα θα υπάρχουν ομάδες που θίγονται ή θεωρούν ότι απειλούνται. Πολύ περισσότερο, όταν ο νέος  Νόμος για την Ανώτατη Εκπαίδευση έρχεται να ανατρέψει μία χρόνια κατάσταση θεσμικής δυσκινησίας και λειτουργικής χαλάρωσης, παγιωμένων συμπεριφορών, παρωχημένων στερεοτύπων, αλλά και εδραιωμένων συμφερόντων,  που κάθε άλλο παρά ιδανική ήταν, και που καθοριζόταν από ένα θεσμικό πλαίσιο η δυναμική του οποίου είχε εξαντληθεί, όπως επίσης είχε κλείσει ο κύκλος του. Έχει γίνει ευρύτατα αποδεκτό ότι η διατήρηση του status quo δεν είναι μεσοπρόθεσμα βιώσιμη ούτε υπερασπίσιμη. Στο πλαίσιο αυτό, ο νέος Νόμος έρχεται να καλύψει μια πραγματική ανάγκη και όχι να αναστατώσει χωρίς λόγο ένα σύστημα που κατά τα άλλα λειτουργούσε καλά και αξιοποιούσε αποτελεσματικά το υπαρκτό αξιόλογο δυναμικό του και τις σχετικά επαρκείς  υποδομές του. Το επιχείρημα ότι «εμείς θέλουμε τη μεταρρύθμιση αλλά δεν είναι αυτό που θέλαμε» αποτελεί (αν όχι πρόχειρο άλλοθι) ιδεολόγημα, που στηρίζεται στην αβάσιμη υπόθεση ότι «εμείς» έχουμε μία ενιαία αντίληψη για το Πανεπιστήμιο.  Σε κάθε περίπτωση, οι όποιες αντιρρήσεις, διαφωνίες (έστω και μείζονες), επιφυλάξεις κ.λπ. δεν δικαιολογούν τέτοιου τύπου ακραίες αντιδράσεις σε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο, το οποίο μάλιστα - υπό την πίεση της κοινωνίας και τη δυναμική των απαραίτητων αλλαγών που εκκρεμούν - ψηφίστηκε τελικώς με μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Στη σημερινή συγκυρία, το νέο θεσμικό πλαίσιο θα κριθεί εκ των πραγμάτων στην πορεία εφαρμογής του, όπου η ακαδημαϊκή κοινότητα έχει την ευθύνη, αλλά και πολλές δυνατότητες παρέμβασης  για μία ουσιαστική αξιοποίηση, αποτίμηση και βελτίωση του. Και στην προοπτική αυτή διαμορφώνονται ευνοϊκότερες συνθήκες  και δυνατότητες για την αποτελεσματικότερη διοίκηση των ιδρυμάτων, για συστηματική λογοδοσία, για τακτική αξιολόγηση του έργου των καθηγητών και των ακαδημαϊκών μονάδων και προγραμμάτων, για ευκολότερες ενδοπανεπιστημιακές συνεργασίες, για τον εξορθολογισμό των σπουδών, για καλύτερη σύνδεση των πανεπιστημίων με την κοινωνία, την οικονομία και την αγορά εργασίας, για μεγαλύτερη διεθνοποίηση.  Εξάλλου, το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ιδρυμάτων της Ανώτατης Εκπαίδευσης είναι ένα μέσο. Η  υλοποίηση μιας μεταρρύθμισης δεν εξαντλείται στο θεσμικό πλαίσιο, αλλά απαιτεί ένα πακέτο παρεμβάσεων/μέτρων, μεταξύ των οποίων  η αναγκαία ορθολογικά διαμορφωμένη χρηματοδότηση- έστω και στο πλαίσιο των δυσμενών δημοσιονομικών δεδομένων- η ενίσχυση της ερευνητικής δραστηριότητας με ένα εθνικό και τακτικά προκηρυσσόμενο πρόγραμμα έρευνας σε όλες τις επιστημονικές περιοχές (συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικο-οικονομικών και ανθρωπιστικών σπουδών), η προσέλκυση νέων επιστημόνων,  η ανάπτυξη του  ανθρώπινου δυναμικού και η διασφάλιση ενός αποδεκτού επιπέδου αμοιβών σε κάποια αντιστοιχία με τις αυξημένες απαιτήσεις  που έχει η πολιτεία από τους πανεπιστημιακούς. Και τα προβλήματα αυτά δεν λύνονται με κλειστά πανεπιστήμια. Η παράταση αυτής της κατάστασης είναι αποδιαρθρωτική και είναι πλέον θέμα ευθύνης. Συλλογικής και ατομικής."

*Ο Γιάννης Καλογήρου είναι καθηγητής στο ΕΜΠ.

http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=8934