THMMY.gr

Χαλαρή συζήτηση - κουβεντούλα => Ιδεολογικές Προσεγγίσεις => Topic started by: casa_d on March 08, 2011, 15:50:07 pm



Title: Απόσπασμα για την κρίση - Freundinnen und Freunde der klassenlosen Gesellschaft
Post by: casa_d on March 08, 2011, 15:50:07 pm
Ένα απόσπασμα για την κρίση από το κείμενο 'Θέσεις για την Κρίση' της κομμουνιστικής ομάδας 'Φίλες και Φίλοι της Αταξικής Κοινωνίας'. Ολόκληρο το κείμενο στ (http://coghnorti.wordpress.com/texts/kosmoprolet2-theseis-krisi/) κα (http://www.rebelnet.gr/articles/view/Thesen-zur-Krise)

...
'Όσο διαφαίνεται ότι ο νέος κρατισμός μόνο στις αριστερές φαντασιώσεις μπορεί να δώσει περισσότερη “κοινωνική δικαιοσύνη” στις μάζες, τόσο πιο αναγκαία γίνεται η εθνική συστράτευση. Πίσω από το σύνθημα της “κοινωνικής δικαιοσύνης” δεν κρύβεται κάτι άλλο από τη φετιχιστική ιδέα μιας δίκαιης εξισορρόπησης των συμφερόντων ανάμεσα σε κεφάλαιο και εργάτες. Βέβαια, υπάρχει σε ευρύτερα στρώματα της εργατικής τάξης η εμπειρία ότι σε συγκεκριμένες ιστορικές φάσεις μπόρεσαν να συμμετάσχουν στην ανάπτυξη του κεφαλαίου: η εργάσιμη ημέρα μειώθηκε, οι μισθοί ανέβηκαν, ανοικοδομήθηκε η κρατική πρόνοια ενάντια στις αναποδιές της ζωής. Τα μερικά δις δολάρια του αμερικανικού σχεδίου οικονομικής ανάκαμψης που προορίζονται για τον τομέα υγείας και περίθαλψης, για προγράμματα εκπαίδευσης και κουπόνια αγαθών πρώτης ανάγκης, ή τα σημαντικά ποσά που προορίζονται για την επέκταση του επιδόματος ημιαπασχόλησης [Kurzarbeitgeld] στη Γερμανία, δεν προαναγγέλλουν μια αναγέννηση της κλασικής σοσιαλδημοκρατικής ενσωμάτωσης των εργατών, αλλά έχουν απλά να κάνουν με προληπτικά μέτρα αποτροπής εξεγέρσεων, τα οποία εκτός των άλλων δείχνουν τι δυσφορία πρέπει να επικρατεί ανάμεσα στους κρατικούς γενικούς εκπροσώπους του συνολικού κεφαλαίου ενόψει όσων επίκεινται. Δεν πρέπει να αποκλείσουμε ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, για να ξανακερδίσει προλεταριακές ψήφους, δε θα επιδιώξει να στριμώξει τους έχοντες και κατέχοντες ζητώντας κάτι παραπάνω, και η ATTAC δε θα μπορέσει να γιορτάσει την ενεργοποίηση του φόρου Tobin. Όμως, κάτι άλλο θα δώσει τον τόνο: τα κλεισίματα επιχειρήσεων από το Shenzen[14] μέχρι το Ντιτρόιτ, τα εκατομμύρια νέοι άνεργοι, η διάσωση παραπαίοντων επιχειρήσεων με μειώσεις μισθών και απλήρωτη υπερεργασία, παράλληλα με σκληρά πακέτα περικοπών που αργά ή γρήγορα θα εφαρμοστούν, για να εξισορροπηθούν τα νέα δημόσια χρέη.

Η Αριστερά συμβάλλει στην κοινωνική συμφορά, στο βαθμό που νομίζει ότι μπορεί να αλλάξει την πορεία του κρατισμού και να τον κάνει να στραφεί προς τη δική της κατεύθυνση. Ακριβώς τώρα, μέσα σε μια γενική ανασφάλεια που δε θα λέγαμε ότι αποτελεί και το χειρότερο έδαφος για την ανάπτυξη ανατρεπτικών προοπτικών, ο Κέυνς, που ήθελε να ιδρύσει έναν “αντιμαρξιστικό σοσιαλισμό”, και [έλεγε πως] στην περίπτωση ενός ταξικού πολέμου θα συμπαρατασσόταν “στο πλευρό της μορφωμένης αστικής τάξης”, μετουσιώνεται σε συγγενικό πνεύμα του Μαρξ· μεταμελημένοι Αυτόνομοι προπαγανδίζουν “προγράμματα σοσιαλ-οικολογικών επενδύσεων”, και σε αριστερές διαδηλώσεις εμφανίζεται το αίτημα της “κοινωνικοποίησης των τραπεζών”.

Ο αριστερός κεϋνσιανισμός θέλει να επιλύσει το πρόβλημα των πωλήσεων μέσω της “ενίσχυσης της μαζικής αγοραστικής δύναμης”. Παραβλέπει ότι η αντίφαση ανάμεσα σε παραγωγή και πραγματοποίηση της αξίας είναι λογικά άλυτη, και πρακτικά λύνεται υπέρ του άμεσου κέρδους: “Κάθε καπιταλιστής […] θέλει βέβαια οι εργάτες των άλλων καπιταλιστών να καταναλώνουν όσο γίνεται περισσότερο από το δικό του εμπόρευμα. Αλλά η σχέση κάθε καπιταλιστή προς τους δικούς του εργάτες είναι η γενική σχέση κεφαλαίου και εργασίας, η ουσιαστική σχέση.Το Κράτος του Κεφαλαίου], σ.77). Ακόμα και ως κρατική επιχείρηση, η Όπελ για παράδειγμα θα όφειλε να λειτουργεί στη βάση του αμείλικτου ανταγωνισμού της παγκόσμιας αγοράς. Στη θέση ανταγωνιζόμενων ιδιωτικών κεφαλαίων έρχονται ανταγωνιζόμενα κρατικά κεφάλαια, και αργά ή γρήγορα κάποιο θα παρουσιάσει πρόβλημα –για να μη μιλήσουμε για την πρόσθετη ώθηση που κερδίζει [από τις κρατικοποιήσεις] η τωρινή ροπή προς τον εθνικισμό.

Λίγα αλλάζουν, και εξυπηρετούν μάλλον να αποφευχθεί η ρετσινιά του κρατικού-σοσιαλισμού, όταν αντί για κρατικοποίηση το αίτημα κάνει λόγο για κοινωνικοποίηση. Είτε έχουμε να κάνουμε –εδώ πρέπει να αποδοθούν τα δέοντα στη βιομηχανία διαφήμισης– μόνο με ένα διαφορετικό όνομα για το ίδιο πράγμα, που συμπληρώνεται με αόριστα αιτήματα περί “δημοκρατικού ελέγχου” και “οικονομικής δημοκρατίας”. Είτε έχουμε να κάνουμε με ανάληψη της επιχείρησης από το εργατικό δυναμικό, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα οι εργάτες να γίνουν ο ίδιος τους ο καπιταλιστής, ο οποίος όπως κάθε άλλος, θα πρέπει να σταθεί στον ανταγωνισμό. Πράγματι, η Αριστερά, με καταστροφικό τρόπο, πηγαίνει με το ρεύμα της εποχής: στις ΗΠΑ το συνδικάτο των αυτοκινητοβιομηχανιών UAW προβιβάζεται σε συμμέτοχο στην Κράισλερ και την Τζένεραλ Μότορς, στη Γερμανία το εργατικό δυναμικό της Όπελ θα αποκτήσει στο μέλλον μετοχές της εταιρίας. Η βαθιά κρίση σε αυτούς τους κλάδους δεν επιτρέπει αυτός ο νέος εργατικός καπιταλισμός να αποκτήσει την επίφαση της καλυτέρευσης των συνθηκών για τους εργάτες: και στις τρεις επιχειρήσεις που αναφέραμε σχεδιάζονται απολύσεις και διαπραγματεύσεις σχετικά με την απεμπόληση δικαιωμάτων, που έτσι θα επιβληθούν ευκολότερα. Η λογική του κεφαλαίου θριαμβεύει ανεξάρτητα από αυτές τις σχέσεις ιδιοκτησίας, κάνοντας προφανές πως η κοινωνικοποίηση μόνο ως κατάργηση/ξεπέρασμα [Aufhebung] της εμπορευματικής παραγωγής έχει νόημα. Αντιθέτως, η προπαγάνδιση των αριστερών ψευτο-εναλλακτικών δεν κάνει τίποτα διαφορετικό από το να ενισχύει τη φετιχιστική φαινομενικότητα της φυσικότητας της καπιταλιστικής σχέσης.

------

Το σύνθημα Δε θα πληρώσουμε την κρίση τους! από τη μια μεριά εκφράζει την έντονη απροθυμία [των εργαζομένων] να υποστούν κι άλλες θυσίες για να ξανασταθεί το κεφάλαιο στα πόδια του. Από την άλλη όμως είναι απατηλό, καθώς δεν υπάρχει κρίση του κεφαλαίου που να μην είναι ταυτόχρονα και κρίση της μισθωτής εργασίας. Η “δική τους” κρίση είναι πάντοτε και “δική μας” κρίση, επειδή “αυτοί” και “εμείς” δε ζούμε πάνω σε διαφορετικούς πλανήτες, αλλά αποτελούμε πόλους της ίδιας κοινωνικής σχέσης. Το σύνθημα αυτό, υποβαθμίζοντας σιωπηλά την κρίση σε καθαρά χρηματοπιστωτική, υποτιμά την κατάσταση, και έτσι μας οδηγεί στο να πράττουμε λες και το διακύβευμα έχει να κάνει με το ποιος θα πληρώσει στο τέλος τον λογαριασμό: οι “κερδοσκόποι” ή “εμείς”.

Όσο συνεχίζεται η κρίση τόσο περισσότερο καθίσταται εμφανές ότι καπιταλιστική διέξοδος μόνο εις βάρος των κοινωνικών παροχών και των μισθών μπορεί να υπάρξει, καθώς η-παραγωγή-με-σκοπό-το-κέρδος μπορεί να επανενεργοποιηθεί μόνο αν ξαναστήθει στα πόδια της η κερδοφορία του συνολικού κεφαλαίου μέσω της εντατικοποίησης της άντλησης υπερεργασίας. Αν θέλουν οι εκμεταλλευόμενοι “να μην πληρώσουν” την κρίση, τότε αυτό θα επιβαρύνει το κεφάλαιο, με συνέπεια την περαιτέρω όξυνση της κρίσης. Υπάρχει ο κίνδυνος να ανοίξει άμεσα ένα χάσμα ανάμεσα στα βασιζόμενα στην αξία χρήσης συμφέροντα των προλετάριων, και στα βασιζόμενα στην ανταλλακτική αξία συμφέροντα του κεφαλαίου. Επιπλέον, το πραγματικό θαύμα του εμπορεύματος, να είναι τόσο αξία χρήσης όσο και φορέας της ανταλλακτικής αξίας, θαύμα στο οποίο όσο δεν υπάρχει κρίση βασίζονται η λειτουργία των αγορών, η συσσώρευση του κεφαλαίου και η αναπαραγωγή της κοινωνίας, τον καιρό της κρίσης μετατρέπεται σε εφιάλτη: λόγω των ισχνών δυνατοτήτων αξιοποίησης, το κεφάλαιο αφήνει αχρησιμοποίητα τόσο μέσα παραγωγής όσο και εργατική δύναμη. Η απουσία ανταλλακτικής αξίας στο πορτοφόλι των προλεταριοποιημένων υψώνεται σαν ένας ανυπέρβλητος φραγμός ανάμεσα στις ανάγκες τους και τις αξίες χρήσης που υπάρχουν. Ο πραγματικός παραλογισμός συνίσταται στο ότι οι συνθήκες διαβίωσης χειροτερεύουν, όχι επειδή υπάρχουν σε κοινωνικό επίπεδο πολύ λίγα αγαθά προς κατανάλωση, αλλά απεναντίας, επειδή έχει παραχθεί υπερβολικά πολύς πλούτος σε εμπορευματική μορφή για να μπορεί αυτός ο πλούτος να λειτουργήσει ως κεφάλαιο.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τις επιπτώσεις που είχε η κρίση στον τομέα των ακινήτων στις ΗΠΑ: το μαζικό κύμα εξώσεων σημαίνει πως εμφανίζεται μια ανάγκη για στέγαση δίχως να υπάρχει έλλειψη κατοικιών. Τόσο η ανάγκη όσο και το μέσο ικανοποίησής της είναι μπροστά μας. Οι συνθήκες διαβίωσης για αρκετές χιλιάδες ανθρώπους έχουν χειροτερεύσει δραματικά, όχι επειδή άνοιξε η γη και κατάπιε τις κατοικίες, αλλά επειδή οι πιστώσεις δε γινόταν να εξοφληθούν, δηλ. οι συνθήκες διαβίωσης χειροτέρευσαν εξαιτίας των κανόνων ενός οικονομικού συστήματος που βασίζεται στο χρήμα. Εδώ γίνεται στον καθένα έκδηλη η ανορθολογικότητα του συστήματος ως προς τον άνθρωπο.

Ας πάρουμε τώρα τη διαχείριση των συνταξιοδοτικών ταμείων ενός σημαντικού ποσοστού των μισθωτών της βορείου Αμερικής: το αποτέλεσμα ήταν να εξαρτηθεί άμεσα η μοίρα των μισθωτών από τη μοίρα του κεφαλαίου. Όσο λιγότερο το κράτος εγγυάται την αναπαραγωγή της συνολικής εργατικής τάξης, τόσο περισσότερο εξαρτάται η τελευταία από τις νέες μορφές ιδιωτικής χρηματοδότησης. Το 1992 τέτοια συνταξιοδοτικά ταμεία διαχειρίζονταν 5 τρις δολάρια. Σήμερα τα ποσά που διαχειρίζονται ανέρχονται στα 30 τρις, αντιστοιχώντας τουλάχιστον στο ήμισυ του παγκόσμιου ακαθάριστου προϊόντος. Η χρηματοπιστωτική κρίση σημαίνει για αμέτρητους μισθωτούς ότι οι οικονομίες που είχαν για το μέλλον έχουν γίνει καπνός. Όμως, μόνο στη βάση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας έχουν οι αποταμιεύσεις και τα χρέη “νόημα” ως προς την κατανομή του μελλοντικού κοινωνικού πλούτου. Αν θεωρηθεί το ζήτημα από τη σκοπιά του συνολικού κοινωνικού πλούτου, αυτές οι έννοιες θα ξεσκεπαστούν ως εντελώς ανάξιες λόγου, είτε παράγονται σήμερα υπερβολικά πολλά μέσα διαβίωσης εις βάρος των μέσων παραγωγής που απαιτούνται για τη μεταγενέστερη παραγωγή, είτε το αντίθετο. Ως χρυσός, κέρματα ή χαρτονομίσματα, το χρήμα δεν έχει σχεδόν καμία άμεση χρησιμότητα (πλην ως υλικό για σφραγίσματα, μάρκες για τα μηχανήματα αυτόματης πώλησης και κακής ποιότητας χαρτί υγείας), εκτός του ότι μπορεί να ανταλλαχθεί έναντι αγαθών. Και αυτά τα αγαθά που έχουν ήδη παραχθεί δε γίνεται η κοινωνία να τα “αποταμιεύσει”, καθώς τα περισσότερα αλλοιώνονται. Αν δεν καταναλωθούν σήμερα, δε σημαίνει ότι θα υπάρχει η δυνατότητα να καταναλωθούν αύριο, και έτσι θα πρέπει να παραχθούν ακόμα μια φορά. Από την σκοπιά της συνολικής οικονομίας, χρέος δεν έχει νόημα να υπάρχει, καθώς το προϊόν που θα παραχθεί αύριο δε γίνεται να καταναλωθεί σήμερα. Με άλλα λόγια: έχουμε να κάνουμε με μια κοινωνική διαστροφή, σύμφωνα με την οποία το βιοτικό επίπεδο των μελλοντικών συνταξιούχων δεν εξαρτάται από τον πλούτο που θα έχει παραχθεί στο μέλλον, αλλά από ό,τι μπορεί να αποταμιευτεί σήμερα, και από το πού μπορεί να επενδυθεί.

Ας πάρουμε τις απολύσεις και τη μερική απασχόληση. Θα μπορούσαν να αποτελούν για όλους και όλες μας ευκαιρία να έχουμε περισσότερο ελεύθερο χρόνο για τις ανάγκες μας. Δυστυχώς υπό τις τωρινές κοινωνικές σχέσεις, ακόμα και οι απολαβές των “ευνοημένων” μειώνονται ανάλογα. Πρέπει να παραιτηθούν από κάποια μέσα διαβίωσης, λινό ή αλκοόλ<[16], όχι επειδή υπάρχουν λιγότερα μέσα διαβίωσης –λινό ή αλκοόλ– αλλά επειδή πωλούνται λιγότερα ΙΧ ή “χρηματοπιστωτικά προϊόντα”. Πρόκειται για έναν τρελό κόσμο: το πλεόνασμα παραγωγής σε ένα κλάδο προκαλεί τη μείωση της κοινωνικής κατανάλωσης σε προϊόντα άλλων κλάδων. Αντί ο μειωμένος αναγκαίος χρόνος εργασίας να ανακατανεμηθεί εντός της κοινωνίας, έτσι ώστε ο καθένας μας να σκοτώνεται λιγότερες ώρες στη δουλειά, δίχως να αναγκαστεί να στερηθεί κάτι από την κατανάλωσή του, εντείνεται η εξαθλίωση, επειδή υπάρχει υπερπροσφορά υλικών αγαθών. Μετά αρχίζει και μειώνεται η παραγωγή ακόμα και στα κατεξοχήν αγαθά πρώτης ανάγκης (μέσα διαβίωσης, λινό ή αλκοόλ), επειδή μένουν απούλητα. Το κριτήριο για την περιστολή της παραγωγής δεν έχει να κάνει με τις ανάγκες της ανθρωπότητας, αλλά με τους υπολογισμούς κερδοφορίας της εκάστοτε μεμονωμένης επιχείρησης.

Αυτός ο παραλογισμός εκφράζεται και στην αντίφαση, σύμφωνα με την οποία από τη μια μεριά ακούμε συνεχώς ότι η κρίση προκλήθηκε επειδή “όλοι μας” τρόπον τινά ζήσαμε “πέραν των δυνατοτήτων μας”, και από την άλλη αντηχεί ένα κάλεσμα σύμφωνα με το οποίο “μόνο η ενίσχυση της ζήτησης” μπορεί να μας βγάλει από την κρίση. Όσο αναπτύσσεται αυτός ο παραλογισμός, και εισχωρεί στο μυαλό του κόσμου, τόσο αυξάνεται και η πιθανότητα, η απόγνωση και δυσπιστία για τις τωρινές συνθήκες να μετατραπούν στην ιδέα [Vorstellung] μιας κοινωνίας, η οποία δε θα βασίζεται στην ανταλλαγή και τον ανταγωνισμό, αλλά στις συνειδητές, συλλογικές αποφάσεις για την παραγωγή και την κατανομή.'
...


[14] (ΣτΜ) Πόλη της νότιας Κίνας. Μια από τις πρώτες “Ειδικές Οικονομικές Ζώνες” της Κίνας.

[15] Καρλ Μαρξ, Grundrisse, Β´ Τόμος, σ. 315-316 (IV,24).

[16] (ΣτΜ) Leinwand oder Kornbranntwein. Kornbranntwein είναι τύπος αλκοολούχων ποτών (snapps, corn whiskey κλπ) που παράγεται από δημητριακά. Οι συγγραφείς χρησιμοποιούν παραδείγματα ειδών διαβίωσης που υπάρχουν στο Κεφάλαιο. Στην ελληνική μετάφραση του Κεφαλαίου το Kornbranntwein μεταφράζεται κάπως ελεύθερα σαν “ρακί”.