THMMY.gr

Χαλαρή συζήτηση - κουβεντούλα => Περιβάλλον => Topic started by: Megawatt on April 03, 2008, 03:23:27 am



Title: Πετρέλαιο: Πώς έσπασε το φράγμα των 100 δολλαρίων.
Post by: Megawatt on April 03, 2008, 03:23:27 am
Με χαρακτηριστική ευκολία έσπασαν το φράγμα των 100 δολ. το βαρέλι οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, που ήδη συμπαρασύρουν τον εγχώριο πληθωρισμό και τις τιμές του πετρελαίου θέρμανσης και της βενζίνης. Τα πετρελαϊκά ράλι υπονομεύουν επίσης την οικονομία και την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού. Σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο θέρμανσης, στη Θεσσαλονίκη η τιμή του έκανε πρεμιέρα στις 15 Οκτωβρίου στα 61 λεπτά το λίτρο, αυξημένη κατά 10% και πλέον σε σχέση με πέρυσι, και σήμερα ξεπερνά πλέον τα 80 λεπτά.

Σύμμαχος των νοικοκυριών στην αναμέτρηση τους με τις υψηλές τιμές του αργού, του πετρελαίου θέρμανσης και της βενζίνης (ξεπέρασε το 1 ευρώ το λίτρο στη Θεσσαλονίκη) είναι το ισχυρό ευρ1. Η δράση των κερδοσκόπων: Τα επενδυτικά και κερδοσκοπικά κεφάλαια έχουν επιστρέψει στις πετρελαϊκές αγορές, θεωρώντας ότι θα τους προσφέρουν υψηλές αποδόσεις. Τα παιχνίδια των κερδοσκόπων αποτελούν ένα από τα κύρια αίτια των πετρελαϊκών ρεκόρ τα τελευταία χρόνια.

2. Ο ΟΠΕΚ κρατά κλειστές τις κάνουλες: Στα τέλη του 2006, το πετρελαϊκό καρτέλ άρχισε να μειώνει την παραγωγή του, προκειμένου να συγκρατήσει τις τιμές του μαύρου χρυσού. Ο ΟΠΕΚ ανακοίνωσε πρόσφατα μία συμβολική και απολύτως αναποτελεσματική αύξηση της παραγωγής του κατά 500.000 βαρέλια. Υπό την πίεση των εξελίξεων, ο οργανισμός υπόσχεται τώρα ότι θα ανοίξει τις κάνουλες, εάν οι πετρελαϊκές τιμές διατηρηθούν επί μακρόν σε επίπεδα άνω των 80 δολ.

3. Το αδύναμο δολάριο: Η καταβαράθρωση του δολαρίου μειώνει τα έσοδα των χωρών του ΟΠΕΚ από τις δολαριακές πωλήσεις του πολύτιμου προϊόντος τους. Ο ΟΠΕΚ επικαλείται και το γεγονός αυτό για να δικαιολογήσει την απροθυμία να παρέμβει οτην αγορά, υποστηρίζοντας ότι το αδύναμο δολάριο βοηθά στην απορρόφηση των κραδασμών των πετρελαϊκών ράλι στις καταναλώτριες χώρες.

4. Η τεράστια ζήτηση: Πίσω από τα τελευταία ράλι κρύβεται και η ισχυρή ζήτηση, κυρίως από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Η ζήτηση για πετρέλαιο αυξάνεται συνεχώς, καθώς οι υψηλές τιμές ελάχιστα έχουν επηρεάσει μέχρι τώρα την οικονομική ανάπτυξη στη Δύση και την Ασία.

5. Οι επιθέσεις στη Νιγηρία: Εδώ και ενάμιση χρόνο, οι πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Νιγηρίας δέχονται συνεχείς επιθέσεις, με αποτέλεσμα οι εξαγωγές της όγδοης μεγαλύτερης πετρελαιοπαραγωγού χώρας του πλανήτη να έχει μειωθεί κατά 547.000 βαρέλια ημερησίως.

6. Τα προβλήματα στη διύλιση: Έπε-τα από χρόνια εγκατάλειψης, τα διυλιστήρια σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν φτάσει στα όρια τους. Πρόσθετες ανησυχίες προκαλεί η εποχή των τυφώνων, που αποτελούν κάθε χρόνο μία σημαντική απειλή για τα αμερικανικά διυλιστήρια στην περιοχή του Κόλπου του Μεξικού.

7. Η γεωπολιτική αστάθεια: Η ένταση στη Μέση Ανατολή, λόγω της αστάθειας στο Ιράκ και της κρίσης που έχει ξεσπάσει με επίκεντρο τις πυρηνικές φιλοδοξίες του Ιράν, προσθέτουν ένα σημαντικό "premium κινδύνου" στις τιμές του πετρελαίου. Εσχάτως, νέα πηγή έντασης και αστάθειας στην περιοχή αποτελεί η πρόθεση της Τουρκίας να επέμβει στο Βόρειο Ιράκ.

Ο ΛΙΓΝΙΤΗΣ
Ο λιγνίτης είναι η κύρια εγχώρια πηγή ενέργειας που χρησιμοποιείται αποκλειστικά σχεδόν στην ηλεκτροπαραγωγή. Το πετρέλαιο και ο λιγνίτης καλύπτουν περίπου το 86% της συνολικής διάθεσης ενέργειας, η οποία παρουσιάζει μια σταθερή αύξηση τα τελευταία χρόνια. Το φυσικό αέριο πρωτοεμφανίστηκε το 1995 και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ) άρχισαν να εμφανίζονται σαν υπολογίσιμη πηγή παραγωγής ηλεκτρισμού στο τέλος της δεκαετίας του 1990. Η ενεργειακή εξάρτηση της χώρας ήταν περίπου 75% το 2005, κυρίως λόγω των εισαγωγών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Το μερίδιο των πετρελαιοειδών στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας είναι σχεδόν σταθερό, από 57,8% το 1990 σε 57,5% το 2005. Το μερίδιο των ΑΠΕ παραμένει σταθερό και γύρω στο 5% μεταξύ 1990 και 2005 και παρουσιάζει μικρές διακυμάνσεις ανάλογα με τη χρήση των μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών. Στην τελική κατανάλωση ενέργειας, τα πετρελαιοειδή καλύπτουν το 68.5%,  ο ηλεκτρισμός το 21,1%, ενώ μικρότερα ποσοστά καλύπτουν τα στερεά καύσιμα κυρίως στη βιομηχανία 2,2%, οι ΑΠΕ 5% και το φυσικό αέριο 2,8%.

ΠΟΙΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΟΥΝ ΠΟΣΟ
Ο τομέας των μεταφορών στην Ελλάδα αντιπροσώπευε το 39% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας το 2005, παρουσιάζοντας αύξηση 37% από το 1990. Ο τομέας μεταφορών είναι ο τομέας με τη μεγαλύτερη ενεργειακή κατανάλωση και παρουσιάζει σταθερή αύξηση. Το ποσοστό της κατανάλωσης του οικιακού τομέα έχει αυξηθεί σημαντικά και ο τριτογενής τομέας παρουσιάζει μια σταθερά μεγάλη αύξηση κατανάλωσης ενέργειας. Το σύνολο του τριτογενούς, οικιακού, δημόσιου και αγροτικού τομέα κατανάλωσε το 2005 το 41% της ενέργειας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του 1990 ήταν 32%. Η βιομηχανία παρουσιάζει μια σταθερή κατανάλωση τα τελευταία χρόνια, η οποία το 2005 παρουσίαζε αύξηση 5% σε σχέση με το 1990.

Η Ελλάδα εισάγει αργό πετρέλαιο και πετρελαϊκά προϊόντα, κατά κύριο λόγο, από τη Ρωσία (32,3%), τη Σαουδική Αραβία (31,1%) και το Ιράν (28,6%). Παράλληλα, γίνονται εξαγωγές σημαντικών ποσοτήτων πετρελαϊκών προϊόντων σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Τουρκία, η Λιβύη και η Συρία. Οι συνολικές εξαγωγές πετρελαϊκών προϊόντων ανήλθαν για το 2005 στους 4,8 εκατ. τόνους. Ένα μικρό κοίτασμα πετρελαίου στη Βόρεια Ελλάδα καλύπτει το 0,5% περίπου της ζήτησης πετρελαιοειδών στη χώρα μας.

ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ
Σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, η συνολική ζήτηση της χώρας μας καλύπτεται από εισαγωγές που γίνονται από τη Ρωσία (85%), μέσω της Βουλγαρίας, και σε μορφή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από την Αλγερία (15%). Το 2005 οι συνολικές εισαγωγές φυσικού αερίου ανήλθαν στα 2,8 δισ. m3  και το 2006 σε 3,1 δισ. m3 .

Το γεγονός ότι οι εγχώριοι ενεργειακοί πόροι δεν επαρκούν για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης σε ενέργεια καθιστά την Ελλάδα υψηλά ενεργειακά εξαρτημένη χώρα, όπως άλλωστε ισχύει και για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Αν και η χώρα μας βρίσκεται σε καλύτερη θέση από χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία, όσον αφορά την εξάρτηση της από εξωτερικές πηγές ενέργειας, είναι γεγονός ότι η Ελλάδα υστερεί στο βαθμό της διαφοροποίησης των ενεργειακών της πηγών, καθιστώντας την εξαρτημένη, κυρίως, από το πετρέλαιο.

Σήμερα, το 57% της συνολικής ζήτησης ενέργειας στην Ελλάδα καλύπτεται μέσω της κατανάλωσης του πετρελαίου. Αντίστοιχα, στην Πορτογαλία, χώρα με κοινά χαρακτηριστικά, όσον αφορά τον πληθυσμό και τις κλιματολογικές της συνθήκες, το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται στα ίδια επίπεδα, ενώ στην Ιρλανδία που θεωρείται, όπως και η Ελλάδα, "αποκομμένη" από την υπόλοιπη ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά, το αντίστοιχο ποσοστό φθάνει στο 59%.


ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Ο πρώτος γύρος παραχώρησης αδειών έρευνας για πετρέλαιο στην Ελλάδα ήταν το 1996, όταν απονεμήθηκαν 6 εκχωρήσεις. Το Φεβρουάριο του 2001 ένα νέο κοίτασμα πετρελαίου βρέθηκε έξω από τη Θάσο, η εκμετάλλευση του οποίου τελικώς δεν ξεκίνησε και το κοίτασμα πετρελαίου δεν έχει επιβεβαιωθεί ως οικονομικά βιώσιμο. Το Μάιο του 2002 ανακοινώθηκε ότι η κυβέρνηση θα προέβαινε σε δεύτερο γύρο παραχωρήσεων αδειών για έρευνα πετρελαίου στην Ελλάδα, αλλά τελικά η αδειοδότηση δεν διεξήχθη.

Τέλος, στις 26 Ιουνίου 2007 ψηφίστηκε στη βουλή το νομοσχέδιο για τη συμπλήρωση του ν.2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών, με το οποίο ψηφίστηκε και σχετική τροπολογία για την επαναφορά στο δημόσιο όλα τα δικαιώματα αναζήτησης, έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων επί χερσαίων και υποθαλάσσιων περιοχών της χώρας.

Σύμφωνα με το νέο νόμο, η Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε., υποχρεούται να παραδώσει εντός τριών μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος όλα τα στοιχεία, τις μελέτες και τους χάρτες που αφορούν το σύνολο των εργασιών αναζήτησης, έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων.

Έτσι, γίνεται το πρώτο βήμα για την έναρξη των ερευνών εξεύρεσης υδρογονανθράκων στην Ελλάδα, ύστερα από μία δεκαετία, ενώ για το σκοπό αυτό θα ακολουθήσει η σύσταση κρατικού φορέα με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, υπό πλήρη κρατικό έλεγχο.

Η ελληνική πετρελαϊκή αγορά αποτελείται από τέσσερα διυλιστήρια που ανήκουν σε δύο εταιρείες διύλισης (ΕΛΠΕ και Motor Oil Hellas), 57 εταιρείες εμπορίας πετρελαιοειδών και 8.000, περίπου, πρατήρια εφοδιασμού υγρών καυσίμων σε ολόκληρη τη χώρα.

Η ικανότητα διύλισης των τεσσάρων διυλιστηρίων είναι αρκετή για να καλύψει τη ζήτηση της εγχώριας αγοράς, ενώ οι επιπλέον ποσότητες εξάγονται με τη μορφή διεθνών πωλήσεων ή πωλήσεων σε αερομεταφορές και σε ποντοπόρα πλοία. Η ικανότητα διύλισης των ελληνικών διυλιστηρίων είναι περίπου 20 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι το χρόνο. Η συνολική ποσότητα αργού που διυλίζεται τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα είναι γύρω στα 18-20 εκατομμύρια μετρικοί τόνοι το χρόνο.



πηγή: εφ. 'Mακεδονια της Κυριακής ' - (30/3/2008)