Title: Ο πολίτης Χατζηδάκις Post by: pandora on November 21, 2007, 17:22:46 pm Του Φώτη Απέργη
Ποια ήταν η πολιτική ταυτότητα του Μάνου Χατζιδάκι; Ο ίδιος φρόντισε από την αρχή να εξηγηθεί. Ήταν, λοιπόν, μοιραίο, από την ίδια στιγμή να παρεξηγηθεί. Πώς να μην υποψιαστεί η ελληνική κοινωνία των επιπόλαιων και επικίνδυνων πολώσεων κάποιον που αποδίδει τα της Δεξιάς τη Δεξιά και τα της Αριστεράς τη Αριστερά; Πώς να εκτιμήσει εκείνον που δέχεται δημόσιες θέσεις αλλά τις απαρνείται, μόλις δεν αντέχουν πια τη φαντασία και το θάρρος του; Πώς να κατανοήσει κάποιον που έχει φίλο τον ανώτατο άρχοντα και υπερασπίζεται τους τολμητίες των μειονοτήτων; Κυρίως, όμως, πώς να ανεχθεί εκείνον που διακρίνει καθαρά τον μυστικό της ρου, που ξέρει δίκαια να την ψυχογραφεί, χωρίς να παρασύρεται από τις πρόσκαιρες γιορτές, ούτε καν από τα δράματά της. Όχι, βέβαια, ότι ο Χατζιδάκις δεν συμπάσχει. Κι αυτό, μαζί με την οξυδέρκειά του, αναγνώρισε ένα άλλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, που εκτίμησε την πολιτική του κρίση, ακόμα κι όταν διαφώνησε μ' αυτή. Μοιράζεται, άλλωστε, μαζί του, τα αναπάντητα ερωτήματα που, 19χρονος μόλις, καταγράφει με αγωνία στο ημερολόγιό του. Ήταν Δεκέμβρης του 1944: Αδερφοσύνη, αισθήματα, συνθήματα, αντιδράσεις: πάμφθηνα εμπορεύματα χυμένα στα πεζοδρόμια, μαζί μ' αληθινό αίμα αληθινά κορμιά νεανικά, αληθινά στόματα ανθρώπων που κραυγάζουν (...) Οι Ιερείς κι από τις δυο μεριές, μονοπωλούσαν τον Χριστό κι εξασφάλιζαν την συνδρομή του, οι μεν για το έθνος και οι άλλοι για τον Λαό (...). Με ποιους αλήθεια είν' ο Χριστός; -Με σένα, ακούω μια φωνή πλάι να με χαϊδεύει. Είμαι πάντα μ' αυτούς που ερωτούν. Μόλις τον επόμενο χρόνο, νεαρός ΕΠΟΝίτης ακολουθεί το νεανικό κλιμάκιο των Ενωμένων Καλλιτεχνών ως ακορντεονίστας αλλά και συνθέτης της μουσικής τους Θάψτε τους Νεκρούς του Ίρβινγκ Σο. Μετά την πρώτη παράσταση στη Λάρισα, Αλφαμίτες -η τότε στρατιωτική αστυνομία- ρίχνονται στους ηθοποιούς και τους ξυλοκοπούν- μαζί και τον Χατζιδάκι. Ένας άλλος ασφαλίτης του κόβει το δρόμο λίγο αργότερα στην Αθήνα. Το σοκ είναι μεγαλύτερο, καθώς ο 20χρονος Μάνος αναγνωρίζει στο πρόσωπό του έναν παλιό ΕΛΑΣίτη, που άλλοτε παινευόταν για τα κατορθώματά του: πόσους σκότωναν και πώς τους σκότωναν (...) Τώρα τον έβλεπα μπροστά μου. Αστυφύλακα στην Ασφάλεια, να ζητάει ταυτότητα ειρωνικά, χωρίς βέβαια να μ' αναγνωρίσει (...) Άρχισα να βλέπω πως η Πατρίδα μου δεν είναι τόσο τίμια και καθαρή και αποφάσισα να έχω τα μάτια μου ανοιχτά. Και να τι είδε: Μετά τον πόλεμο η παραδοσιακή Δεξιά με το πρόσχημα του ‹κινδύνου› από ένα αμετανόητο 11% της Αριστεράς, χάρισε στον τόπο άγρια τρομοκρατία υπηρετώντας τα συμφέροντα μιας ύποπτης ντόπιας νομενκλατούρας, κυρίως βασιζόμενη στον δοσιλογισμό, στην προδοσία και στην μικροαστική ηθική των απερχομένων. Έτσι, στ' όνομα μιας ειδεχθούς εθνικοφροσύνης γνώρισε ο τόπος την πιο ξέφρενη επιβίωση των άρρωστων φασιστικών στοιχείων, που αντί να υποστούνε τιμωρία, ανακάλυψαν τους εαυτούς τους ‹εν δυνάμει›, σχηματίζοντας μάλιστα και τα πρώτα έμβρυα της δικτατορίας και της ιωαννιδικής τρομοκρατίας του '67. Η πολιτική τρομοκρατία είχε και την αισθητική της έκφραση: Η χώρα ήταν κατεστραμμένη (...) και το επίσημο ελληνικό κράτος εκείνου του καιρού χτυπούσε κάθε τόσο ένα τεράστιο γκονγκ από το ραδιόφωνο για να μας θυμίζει, με βροντερή φωνή, πως είμαστε τριών χιλιάδων χρόνων γέροι, λες κι ήταν φάρμακο ή συνταγή για ανοικοδόμηση. Ο Χατζιδάκις ήταν από τούς πρώτους που αντέδρασαν: Έτσι λοιπόν γεννήθηκε η ανάγκη για ό,τι μικρό, αληθινό και ταπεινό: αντίδραση υγιής, των φωτισμένων, στον φανφαρονισμό και στον επίσημο προγονόπληκτο σκοταδισμό. (η υπεράσπιση και αναγνώριση του Ρεμπέτικου) Η παρηγοριά ήρθε από ανέλπιστη, μα τότε δροσερή πηγή: Χωρίς τον μπαγλαμά και το ασηχτήρ του μπουζουκιού, χωρίς τον χασικλίδικο καημό της μάγισσας και τον χορό μιας αλεξανδριανής φελάχας, θα 'χαμε γίνει πρόβατα έτοιμα για σφαγή, στ' όνομα του Πατρός, παντός υιού και κάθε μορφής έθνους. «Έτσι», θυμόταν αργότερα ο Κώστας Ταχτσής, «κινήσαμε, όλοι μαζί, με πρώτο και καλύτερο τον Μάνο Χατζιδάκι, αψηφώντας τα χάχανα και τις αποδοκιμασίες των αστών και των ενεργουμένων τους, για τη δημιουργία μιας νέας, γνήσια ελληνικής αισθητικής, που αυτή τη φορά, λέγαμε, θ' απλωνόταν -χάρη στην ‹πτητικότητα› της μουσικής- σ' ολόκληρο το γεωγραφικό και κοινωνικό χώρο τής Ελλάδας, και ποιος ξέρει, ίσως ακόμα παραέξω». Ώστε, λοιπόν, η αποκατάσταση του Ρεμπέτικου με την περίφημη διάλεξη του 1949 στο Θέατρο Τέχνης είχε εξίσου αισθητικά και πολιτικά κριτήρια. Η ίδια η γέννηση του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού, στην οποία οδήγησε η νομιμοποίηση του λαϊκού, ήταν παράλληλα και μια πολιτική πράξη! Μη σκεφθείτε, όμως, ότι ο Χατζιδάκις θα μας επέτρεπε να καμαρώσουμε πολύ για ένα κατόρθωμα δικό του: ...Από κει και πέρα, όταν το ρεμπέτικο έγινε τόσο αφόρητα νόμιμο, όσο και το Κομμουνιστικό Κόμμα στις μέρες μας, αποκηρύσσω μετά βδελυγμίας τη σχέση μου μ' αυτό. Αλλά έχουμε καιρό, πριν φτάσουμε εκεί... ΕΚΤΟΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΙΚΟΤΗΤΑΣ Τι ήταν αυτό που εμπόδισε την φυσική πορεία της αληθινής λαϊκότητας στη μεταπολεμική ελληνική κοινωνία; Ο Χατζιδάκις δεν έχει αμφιβολίες: Ήταν ανάγκη να βρούμε το ταπεινό, το ασήμαντο, το σημερινό από το οποίο θα πιανόμασταν και θα συμφιλιωνόμασταν με τη μικρότητά μας. Πριν, όμως, αυτό γίνει ουσία πνευματική, ήρθε ο τουρισμός. Και άρχισε η βιομηχανοποίηση της γραφικότητας. Να, λοιπόν, που υπάρχει κι ένας δεύτερος λόγος που θα προτιμούσε να μην είχε γίνει διάσημος με το Ποτέ την Κυριακή, και είναι κι εδώ πολιτικός: δεν ήταν μόνο ότι το Όσκαρ τον ταύτιζε με ένα μουσικό ύφος που θεωρούσε υποδεέστερο. Αλλά και ότι επιβεβαίωνε την τουριστική εικόνα της χώρας, που ο ίδιος θεωρούσε κατώτερη της βαθύτερης ουσίας της. Δεν αρνιόταν, μάλιστα, μέρος της ευθύνης: Η επιτυχία των Έξι λαϊκών ζωγραφιών ξύπνησε τους εμπόρους, τα ελαφρά θέατρα, τους μικροπρεπείς μουσικούς,τη βαθμιαία αναπτυσσόμενη τουριστική επιδίωξη, το εύκολο ‹Ελληνικόν μένος› των διεθνών μας προσωπικοτήτων, ώσπου ήρθε η ταινία Ποτέ την Κυριακή και στάθηκε η χαριστική βολή σ' αυτό που υπήρξε κάποτε το λαϊκό τραγούδι. Ο ίδιος δε δίστασε να πουλήσει τα δικαιώματα των Παιδιών τού Πειραιά. Επωφελήθηκε μόνο της αναπάντεχης φήμης του, για να αφεθεί σ' έναν ποιητικό διεθνισμό, για να θεμελιώσει μέσα του τον πιο δημιουργικό κοσμοπολιτισμό. Η χούντα τον βρήκε να ανεβάζει με την Μελίνα Μερκούρη και τον Ζυλ Ντασέν το Illya Darling στη Νέα Υόρκη. Δεν εκμεταλλεύτηκε τη «σύμπτωση», αντιθέτως δε δίσταζε να μας προσγειώνει με κάθε ευκαιρία: Έμεινα κι έζησα εκεί κάπου έξι χρόνια, τα χρόνια της δικτατορίας, για λόγους καθαρά εφοριακούς- ανεκαλύφθη πως χρωστούσα τρεισήμισι περίπου εκατομμύρια στο δημόσιο. Όταν εξόφλησα το χρέος μου επέστρεψα περίπου το '72, παραδέχεται αυτοβιογραφούμενος. Όμως, αλλού δεν παριστάνει τον τόσο κυνικό: Ήμουν οδοιπόρος του κόσμου όλου, από την Καλιφόρνια ως τη Ρώμη, εξόριστος για χρέη εφοριακά, μα και μ' ασίγαστο το πάθος για πρόσωπα καινούρια, άλλων γλωσσών και καταγωγών. Οι λεπτομέρειες, βλέπετε, είναι πολύ πιο ποιητικές απ' τους καιρούς που τότε ζούσαμε, σαν χουντοχτυπημένοι. "Οι δίκες, οι ποινές που επιβάλλουν, τα γεγονότα της Κύπρου, η βαθιά ανηθικότητά τους, μ' έχουν κάμει βαθιά απελπισμένο για το παρόν και το μέλλον της χώρας μας....Θα ησυχάσω μόνο σαν τους δω κρεμασμένους στο Σύνταγμα, τους σημερινούς παράγοντες και κυβερνήτες", διαβάζουμε σε επίσης ανέκδοτη επιστολή, προς τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο. " Όχι μόνον τους Παπαδόπουλο και Σία, αλλά και όλα τα ανώνυμα ζωύφια που χρόνια τώρα και μ' όλες τις καταστάσεις, κυβερνάν πραγματικά την χώρα. Γι' αυτό και δεν υποστηρίζω θνησιγενείς αλλαγές. Γι' αυτό και υπήρξα εναντίον κάθε ‹προοδευτικής› κινήσεως. Το κράτος δεν λειτουργούσε με προοδευτικές κυβερνήσεις. Γιατί είναι φτιαγμένο από χωροφύλακες. Με τον Παπαδόπουλο βρήκε την ταυτότητά του. Να μια ευκαιρία να ξεριζωθεί. Η Μόνη." Η Μελίνα Μερκούρη, που αντέδρασε μαχητικά στη δικτατορία, δεν του συγχώρησε τη «στάση» του. Κι αυτό, θυμόταν ο ίδιος, μας έφερε για ένα διάστημα σε μεγάλη και οξύτατη αντίθεση, αλλά στο Παρίσι το 1970 η Μελίνα έδωσε τόπο στην οργή (...) και συμφιλιωθήκαμε μ' ένα θαυμάσιο δείπνο στο εκεί σπίτι της. Ο φασισμός, όμως, έχει πολλά πρόσωπα. Κι ένα από αυτά, ο Χατζιδάκις το κατάγγειλε και το υπέστη προσωπικά στο τέλος της δεκαετίας του '80. Όμως, ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά: Οι εσωτερικοί μετανάστες απόκτησαν χωρίς να ωριμάσουν δύναμη και χρήμα. Και ζούμε το γούστο τους με όλες τις επιπτώσεις, λέει το 1982. Θα μπορούσε να κατηγορηθεί για αστική υπεροψία. Με άλλες πράξεις του, ωστόσο, έδειχνε ότι τα κριτήρια του δεν ήταν ταξικά: το 1983 χαιρετίζει τη συναυλία του Διονύση Σαββόπουλου στο Ολυμπιακό Στάδιο με την ευχή να αποτελέσει την απαρχή της απελευθέρωσης των νέων από τα κόμματα για να δούνε μόνοι τους τους ανθρώπους που θα τους παρέχουν αληθινή συγκίνηση και σκέψη. ΠΑΤΡΙΣ, ΘΡΗΣΚΕΙΑ... Αδύνατοι, τέλος, είναι και οι συνηθισμένοι άνθρωποι απέναντι στην ψυχολογική παντοδυναμία των θρησκευτικών δογμάτων. Κι εδώ ο Χατζιδάκις υπήρξε για τις συνήθειες της καταγωγής του τολμηρός: τον Νοέμβριο του1988 καταγγέλλει τις φασιστικές διαμαρτυρίες της ανορθόδοξης εκκλησίας μας για μια ταινία περί Χριστού, που δεν είναι άλλη από τον Τελευταίο Πειρασμό του Μάρτιν Σκορσέζε. Η άμβλωση σημαίνει δολοφονία. Έτσι αποφάσισαν τα ορθόδοξα χριστιανικά σωματεία, ειρωνευόταν άλλοτε στο Τέταρτο. Δεν μας τα λεν καλά όλοι αυτοί οι εκκλησιαστικοί ή εκκλησιαζόμενοι συνεργάτες των βασανιστών επί χούντας και επί κάθε χούντας. Κύριοι των οργανώσεων, χριστιανικών και μη, οφείλετε να το καταλάβετε επιτέλους. Ο έρωτας δε χρειάζεται προσχήματα ούτε έχει ανάγκη από τις ύποπτες ευλογίες σας. Να εξαφανιστούμε είναι προτιμότερο, με ικανοποίηση. Καλύτερα να μείνουμε στις μνήμες των κατοπινών σαν μια ιδέα παρά σαν ανυπόληπτη πραγματικότητα με γελοιογραφικές εξάρσεις εθνικού περιεχομένου. Μεγαλωμένοι σε παράνοια εθνική Με τις επιθυμίες μας θαμμένες στα μουσεία Γυρίσαμε τα πάθη μας σ' αρχαία μουσική Κι ο έρωτάς μας έγινε σκληρή δοκιμασία. (από τις "Μπαλλάντες της Οδού Αθηνάς") Πόσο διαφορετική η απογοήτευση της κοινής τους ωριμότητας με τον Γκάτσο, από το ρομαντισμό με τον οποίο ο μόλις 20χρονος Μάνος χαιρέτιζε το 1946 τη νέα ελπίδα στην «Εργατική cantata» του, που είχε χαρίσει στον Μανώλη Αναγνωστάκη: ...Του αντρειωμένου το σπαθί Φόβος δε το κατέχει Έχει δρεπάνι για κραυγή κι ένα Σφυρί για τάμα (...) Η γης τραγούδι αρχίνησεν και δε Το σταματάει Κι ο Μάης στήνει το χορό, κάτου Με τους εργάτες Κι ας πέφτουν νιοι λεβεντονιοί Στον πονεμένο κάμπο Καθώς αγριοπερίστερα, με τη Γητειά στο στόμα Το αίμα τους είν' γαρούφαλλο, Είν' η κραυγή τους κρίνος... Ο Χατζιδάκις δεν πίστευε στην «στρατευμένη τέχνη». Ειρωνευόταν, μάλιστα, τη μονόχνοτη αντίληψη γύρω από αυτή. Ιδίως εκείνους που προσπαθούσαν να μας πείσουν πως... σαν τρελαίνεσαι από τον πόνο των δοντιών, η ίδια εκείνη στιγμή είναι η κατάλληλη να περιγράψεις ή να καταγράψεις δια παντός τον πόνο των δοντιών. Κι αυτό το ονόμασαν με αυθαίρετη χαριτωμένη υποκρισία ‹Τέχνη για τον λαό›. Χωρίς να αποκαλύπτουν βέβαια, είτε από άγνοια είτε από πονηριά, ότι ψεύτιζαν ανεπανόρθωτα τις έννοιες και του λαού και της Τέχνης. Και να γιατί: Οι συνήθειες και οι ανάγκες μας αλλάζουν. Η ευαισθησία μας παραμένει και συνεχίζεται αναλλοίωτη μέσα στους καιρούς. Κι αυτήν καλείται η Τέχνη να εκπροσωπήσει καταγράφοντάς την, σε πείσμα των γεγονότων και της παντοδυναμίας των λεγόμενων ‹ιστορικών στιγμών›. Μήπως δεν ήταν το 1972, μέσ' στη χούντα, που κυκλοφόρησε κι ο ίδιος τον Μεγάλο Ερωτικό; ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΘΝΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ Παρελάσεις, εθνικόφρονα λογύδρια, παραστάσεις σχολικές κι άλλα παρόμοια ενισχύουν την ιδιότυπη φασιστική μας κληρονομιά. Το περίφημον ‹πας μη Έλλην βάρβαρος›. ΕΘΝΙΚΟΙ (Α)ΚΙΝΔΥΝΟΙ Δε νομίζω ότι κινδυνεύουμε ως Έλληνες, αλλά ως Ελληνολάτρες. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ Δεν μ' αρέσει να παριστάνω τον πολύ Έλληνα. Θέλω να είμαι όσο είμαι. Καιρός είναι η έννοια Έλληνας να δώσει τη θέση της στην έννοια άνθρωπος. Και τότες πιστεύω πως θα συνδεθούμε με μια πιο βαθιά παράδοση που, κατά σύμπτωση, είναι κι αυτή γνησίως ελληνική. Η ΚΥΡΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ Όλες οι επαναστάσεις καταλήγουν στην κατάκτηση της ανεγκέφαλης Κυρίας. Της Εξουσίας. Αυτή η κατάκτηση, ως γνωστόν, δημιουργεί Δίκαιον, μακράν των ονειρικών στόχων μιας επανάστασης. Οι άνθρωποι που προκύπτουν από μία επανάσταση, περιέχουν τα ίδια συστατικά με τους αποχωρήσαντες ή τους ηττηθέντες (...). Χρειάζεται ισχυρή παιδεία για ν' ανθέξει κανείς στην έννοια της Εξουσίας και της επιτυχίας. http://www.hadjidakis.gr/homeweb.htm Title: Re: Ο πολίτης Χατζηδάκις Post by: Netgull on November 21, 2007, 21:28:11 pm Άρθρο που έγραψε ο Xατζιδάκις με αφορμή επεισόδια που έγιναν τον Mάιο του 1986 στο κέντρο της Aθήνας ανάμεσα σε αστυνομικούς και σε νεαρούς που ονομάστηκαν “αναρχικοί”:
"...Μια μωβ σκιά Μαΐου ξάπλωσε στον τόπο. Όσα συνέβησαν στα Εξάρχεια και στη Νομική Σχολή. Και στην οδό Σκουφά και Σόλωνος, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους, ενόχλησαν τους Έλληνες πολίτες και αγανάκτησαν τον Τύπο ολόκληρο. Γιατί δεν τους εξολοθρεύουν και δεν τους σπάνε το κεφάλι. Γιατί δεν ρίχνουν δακρυγόνα. Και η Σύγκλητος και οι φοιτητές όλων των παρατάξεων, όλοι αγανακτισμένοι με τα τριάντα - εκατό παιδιά που δεν το βάζουν κάτω, δεν εννοούνε να παραδεχτούν πως η όποια ελευθερία ανήκει μόνο στους αστυνομικούς και τους ηλικιωμένους. Που δεν μπορούν να αντιληφθούν γιατί καταδιώκονται αδιάκοπα, προπηλακίζονται ατελείωτα και συνεχώς υποχρεούνται να δέχονται εξευτελισμούς. Κι ο προπηλακισμός αρχίζει από τον δάσκαλο, τον επιστάτη του σχολείου, από τον οδηγό και τον εισπράκτορα του λεωφορείου, απ' τον καθηγητή και τον δημόσιο λειτουργό ως τον δημόσιο υπάλληλο, από τους αξιωματικούς κι εκπαιδευτές στο κέντρο κατατάξεως ως τον τυχαίο μοτοσικλετιστή της τροχαίας που θα του ζητήσει άδειες, ταυτότητες και πιστοποιητικά. Ως τον γιατρό του νοσοκομείου που θα τον πάνε σηκωτό, ύστερα από τη γροθιά του οργάνου της τάξεως. Και το γνωρίζουμε πολύ καλά. Εξύβριση αρχής - έτσι ονομάζεται η απαίτηση εξηγήσεων. Χειροδικία κατά της αρχής - έτσι είθισται ν' αποκαλείται η ενστικτώδης κίνηση του αμυνόμενου νέου. Και η ιστορία δεν έχει τέλος. Η ανωνυμία και η εισαγγελική αρχή θα του προσφέρει ή μια τραυματική αγανάκτηση ισόβια ή τον επιζητούμενο από την πολιτεία ευνουχισμό του. Αυτή είναι μια καθημερινή πραγματικότητα και δυστυχώς γνησίως ελληνική τα πρόσφατα και τελευταία σαράντα χρόνια - όσα είχα δηλαδή την ευτυχία να ζήσω σαν επώνυμος πολίτης εις τούτον τον ένδοξον κατά τα άλλα τόπον μας. Μια μωβ σκιά Μαΐου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μια εφημερίδα ν' αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια για αυτό το τρίγωνο του αίσχους. Σκουφά, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους. Κι άρχισε μια σκόπιμη, ύποπτη κι έντεχνη σύγχυση τριών ασχέτων μεταξύ των περιπτώσεων. Οι νεαροί των Εξαρχείων να παρουσιάζονται ίδιοι με τους αλήτες των γηπέδων, τους επονομαζόμενους χούλιγκανς, και επιπλέον να καλλιεργείται η εντύπωση στην κοινή γνώμη, με στήλες ολόκληρες των θλιβερών εφημερίδων μας, ότι οι νέοι αυτοί, οι αναρχικοί, είναι οι βομβιστές και ίσως οι πιθανοί δράστες των δολοφονιών ή εμπρησμών. Και φυσικά, όταν με το καλό τελειώσει η δίωξη των εκατό, σαράντα ή είκοσι παιδιών και η όλη επιχείρηση στεφθεί μ' «επιτυχία», να πάρει τις διαστάσεις ενός πραγματικού θριάμβου... κατά του εγκλήματος. Την ίδια ώρα που δολοφονούνται εκδότες και οι δολοφόνοι δεν ανευρίσκονται. Δολοφονούνται πολίτες και οι δολοφόνοι δεν αποκαλύπτονται. Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν ...ανακαλύπτονται. Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα, ανοργάνωτα, ίσως μ' αφέλεια, σ' όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος». (...) Κορίτσια κι αγόρια με γυαλιά, έτσι καθώς κοιτάτε με απορία κι αγανάκτηση για ό,τι συμβαίνει γύρω σας, είμαι μαζί σας. Και σας αγαπώ." Από εδώ (http://www.theschooligans.gr/articlesnew.php?aid=60). Δυστυχώς δεν αναφέρεται αρχική πηγή, δε βλέπω όμως γιατί να μην είναι αυθεντικό. Title: Re: Ο πολίτης Χατζηδάκις Post by: pandora on November 27, 2007, 15:41:05 pm ΕΚΤΟΣ ΧΟΥΝΤΑΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΙΚΟΤΗΤΑΣ Τι ήταν αυτό που εμπόδισε την φυσική πορεία της αληθινής λαϊκότητας στη μεταπολεμική ελληνική κοινωνία; Ο Χατζιδάκις δεν έχει αμφιβολίες: Ήταν ανάγκη να βρούμε το ταπεινό, το ασήμαντο, το σημερινό από το οποίο θα πιανόμασταν και θα συμφιλιωνόμασταν με τη μικρότητά μας. Πριν, όμως, αυτό γίνει ουσία πνευματική, ήρθε ο τουρισμός. Και άρχισε η βιομηχανοποίηση της γραφικότητας. Να, λοιπόν, που υπάρχει κι ένας δεύτερος λόγος που θα προτιμούσε να μην είχε γίνει διάσημος με το Ποτέ την Κυριακή, και είναι κι εδώ πολιτικός: δεν ήταν μόνο ότι το Όσκαρ τον ταύτιζε με ένα μουσικό ύφος που θεωρούσε υποδεέστερο. Αλλά και ότι επιβεβαίωνε την τουριστική εικόνα της χώρας, που ο ίδιος θεωρούσε κατώτερη της βαθύτερης ουσίας της. Μια ταινία μικρού μήκους της εποχής του Χατζηδάκι, με τίτλο "Τα ματόκλαδά σου λάμπουν" http://www.youtube.com/watch?v=bxkfrABTzAg που λογοκρίθηκε, γιατί θεωρήθηκε "αντιτουριστική" εκείνη την εποχή. |