Βασίλης Ραφαηλίδης | 14 χρόνια απ' το θάνατό του

(1/1)

απλυτος:
αναδημοσιεύω 5λεπτη τοποθέτηση απο μπρεζνιεφικό απολίθωμα:


Πολλοί φανατικοί αναγνώστες του μεγάλου βασίλη ραφαηλίδη ζηλεύουν τους υπόλοιπους που δεν τον έχουν γνωρίσει ακόμα και τους περιμένει μια σπουδαία ανακάλυψη κι ένας κεραυνοβόλος έρωτας πιθανότατα, με πολλαπλούς «αναγνωστικούς οργασμούς». Σα να είναι παρθένοι και να μην ξέρουνε τι ακριβώς χάνουν, όσο δεν χάνουν την αθωότητά τους δοκιμάζοντας επιτέλους το δέντρο της γνώσης και τα βιβλία του ραφηλίδη –που είναι περίπου συνώνυμα.

Αν κάθε βιβλίο είναι κι ένα ταξίδι, αυτά του ραφαηλίδη είναι ολόκληρες περιπέτειες, σαν τη μεγάλη [περιπέτεια] του μαρξισμού, κι ας μη φτάνουν πάντα στην ιθάκη –ούτε εμείς τα καταφέραμε με την πρώτη εξάλλου. Αλλά στη διαδρομή δε σε αφήνουν να λαχταράς ένα διακτινισμό και το τέλος του μαρτυρίου της ανίας, όπως με τα συμβατικά ταξίδια. Σε ρουφάν στη δίνη τους και σε απογειώνουν, σε παίρνουν και σε σηκώνουν στα σύννεφα, για να δεις μια άλλη διάσταση των πραγμάτων, που δεν είχες υπόψη σου, αίρουνε τα πάντα διαλεκτικά, μαζί με τις βεβαιότητές μας. Ανεβάζουν το επίπεδο και τη σκέψη του αναγνώστη, αντί να τη ρίξουν νοκ-άουτ, να ροχαλίζει μπρούμυτα πάνω στις σελίδες ενός δυσνόητου, στρυφνού βιβλίου· ή να τον αποκοιμίζουν με το περιεχόμενό τους, ακόμα και όταν κρατάει (με κόπο) τα μάτια του ανοιχτά.

Κι αυτό συμβαίνει γιατί ο ραφαηλίδης δε νιώθει την ανάγκη να γράψει με λόγο εξεζητημένο, που να τονίζει την ανωτερότητά του, τις σπάνιες γνώσεις και την καλλιέργειά του. Παρά μόνο διηγείται, με τρόπο χειμαρρώδη κι εκλαϊκευτικό, συναρπαστικές ιστορίες από τα δικά του αναγνωστικά ταξίδια. Ο ραφαηλίδης είναι πολυταξιδεμένος στον κόσμο του βιβλίου και παράλληλα πολυγραφότατος, ακριβώς γιατί είναι πολυδιαβασμένος. Δήλωνε φανατικός αναγνώστης από χόμπι –που θα μπορούσε να το κάνει και ως επάγγελμα, αν τον πλήρωνε κάποιος γι’ αυτό, όπως έλεγε χαριτολογώντας- αλλά πληρωνόταν ως δημοσιογράφος (συγγραφέας και κριτικός κινηματογράφου, αν και αυτά είναι πολύ στενά καλούπια για να χωρέσουν το εύρος των κειμένων του) για το χάρισμά του να γράφει κατεβατά πολυσέλιδα σε λίγα λεπτά, κερδίζοντας έτσι τα προς το ζην και περισσότερο χρόνο για τα βιβλία του -και ποιος ξέρει πόσα ακόμα θα διάβαζε και θα έγραφε αν ζούσε περισσότερα χρόνια..

Μπορεί γι’ αυτό καμιά φορά τα γραπτά του ραφαηλίδη να μοιάζουν λίγο πρόχειρα, χοντροκομμένα ή ερασιτεχνικά, μα πιο πολύ με την έννοια του εραστή της τέχνης παρά του τσαπατσούλη. Πάνω απ’ όλα όμως ήταν πρωτότυπα, εμπνευσμένα, γοητευτικά. Προκαλούν τον αναγνώστη –και τις αισθήσεις του- να ανοίξει τους πόρους του μυαλού του και να ρουφήξει τους χυμούς της ζωής, όπως γράφει και (ο ραφαηλίδης) το λαϊκό στρώμα στο μπλογκερικό του προφίλ, κάτω από την εικόνα με το μεγάλο ραφα(ηλ) ή μήπως το μεγάλο βασίλειο;

Ο ραφαηλίδης είναι μια γλυκιά αιρετική μορφή της ελληνικής αριστεράς –αν και ο ίδιος μπορεί να θύμωνε αν του φορούσαμε ένα τόσο ευρύ καπέλο που σκεπάζει τα πάντα και του αρνούμασταν την πολιτική ιδιότητα του κομμουνιστή. Αλλά δεν ήταν αιρετικός απέναντι σε κάποια ορθόδοξη ηγεσία γενικά και αόριστα, όσο πρωτίστως απέναντι στον εαυτό του και τις βεβαιότητές του, με την έννοια της διαλεκτικής άρσης κι όχι της αίρεσης.
Με την ίδια έννοια που δήλωνε αναθεωρητής (όχι του εσωτερικού) κι ο ίδιος και χαρακτήριζε έτσι και το στάλιν (πέρα από το ρεβιζιονιστή χρουτσόφ) γιατί εφάρμοσε δημιουργικά το μαρξισμό στην εποχή του, με φόρμουλες κατάλληλα προσαρμοσμένες, και όχι επειδή ήταν φιλοτροτσκιστής στα νιάτα του κι ακολούθησε τον πάμπλο στην αφρική, στα πρώτα χρόνια της αλγερινής επανάστασης.
Ναι αλλά στήριζε πάντα το κόμμα –αν και τροτσκίζων. Και πού να ήταν τότε άραγε η επαγρύπνηση των «αυθεντικών» του ικεα, να πουν για τους τροτσκιστές φίλους του κόμματος –δείξε μου το φίλο σου να σου πω ποιος είσαι, που λέει και το λαϊκό απόφθεγμα, από αυτά που αγαπούσε να λέει ο χαρίαλαος. Κι ίσως κάτι τέτοιες περιπτώσεις να είχε υπόψη του και ο ραφαηλίδης και να έγραψε κάποτε πως το κουκουέ είναι ένα κόμμα όπου μπορεί να βρει κανείς τα πάντα, ακόμα και κομμουνιστές. Γενικά εξάλλου είσαι ό,τι δηλώσεις.

Ο ραφαηλίδης λοιπόν δεν κουβαλά από τα αναγνωστικά του ταξίδια σουβενίρ για επίδειξη (γνώσεων). Τα βιβλία του είναι πρόσκληση σε ταξίδι για μικρούς και μεγάλους, μυημένους ή αρχάριους. Και οι μεν συχνά δεν καταλαβαίνουν γρι από τους προχωρημένους συνειρμούς του, ενώ οι δε βρίσκουν εδώ και εκεί διάφορα λάθη και παρασπονδίες που τους ξενίζουν. Αλλά καθηλώνονται όλοι μαζί μέχρι το τέλος του ταξιδιού κι απολαμβάνουν ωραίες, μοναδικές ιστορίες. Αυτή είναι εξάλλου η ομορφιά των πραγματικά ωραίων πόλεων που καλύπτουν όλα τα γούστα. Αυτή είναι κι η μαγεία της γραφής του ραφαηλίδη, που σε κάνει να τη ζηλεύεις.

Γιατί ο ράφα πάνω απ’ όλα είναι η γραπτή συμπύκνωση του σύντομου εικοστού αιώνα. Η ιστορία που θα ‘πρεπε να διδάσκεται στα σχολεία, κομμάτι της κλασικής παιδείας που κάθε παιδί πρέπει να λαμβάνει. Και η ζωντανή (μέσα από τα έργα του) απόδειξη για το αν οι κομμουνιστές έχουν όντως ξύλινη γλώσσα κι αν η αλήθεια τους είναι ή όχι συναρπαστική.

Το αφιέρωμα της ετ3, με αφορμή τα 14 χρόνια από το θάνατό του
http://www.youtube.com/watch?v=zgUJqZi-AFM


Αντί επιλόγου, ένα απόσπασμα από το πρώτο κεφάλαιο της «μεγάλης περιπέτειας του μαρξισμού», που είναι και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου.

Σκοτώστε τη μάνα σας όσο είναι ακόμα νέα, λέει ο σουρεαλιστής και κομμουνιστής Πωλ Ελυάρ, ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές του αιώνα που τελειώνει με το θάνατο της Σοβιετικής Ένωσης. Αιωνία της η μνήμη.
Ήταν μια καλή μητέρα για όλους εμάς τους κομμουνιστές του κόσμου όλου, που την αγαπήσαμε, άλλοι από κομματικό καθήκον, άλλοι από ηθική υποχρέωση και άλλοι από κεκτημένη ταχύτητα εξαιτίας της αγάπης μας για το Μαρξ.
Έπρεπε να σκοτώσουμε τη μάνα μας όσο ήταν ακόμα νέα κι αναμάρτητη. Είναι καλό να θυμάσαι αναμάρτητους τους πεθαμένους. Δυστυχώς, τη σκοτώσαμε όταν έγινε 74 ετών και είχε πολύ αμαρτήσει.
Η μητέρα μας γεννήθηκε με καισαρική τομή το 1917 στην Πετρούπολη, γνωστή περισσότερο σε μας σα Λένινγκραντ, και το 1991 παρέδωσε το πνεύμα στη Μόσχα· συγκεκριμένα στους γκάνγκστερ της Μόσχας, που είχαν επικεφαλής το Γέλτσιν. Ο Λένιν, ο πατέρας της και παππούς μας, πέθανε πολύ νέος, μόλις 54 ετών, ίνα πληρωθεί το ρηθέν, οι καλοί πεθαίνουν νέοι.
Η μητέρα λυπήθηκε πολύ για το χαμό του πατέρα της. Και για να το δείχνει και να τη βλέπει ο κόσμος και να λέει «να η κόρη του Λένιν», από το 1924 που πέθανε ο πατέρας της πήγαινε κάθε μέρα στον τάφο του, στην Κόκκινη πλατεία, για να δει μια μούμια. Κάποιοι είχαν βαλσαμώσει την Επανάσταση.
Αφού όλα πεθαίνουν, πρέπει να πεθαίνει και η φτώχεια που γεννάει επαναστάσεις· κομμουνιστικές και άλλες. Η φτώχεια βρωμάει και βαλσαμωμένη. Αυτό πίστευε ο Μαρξ, που δεν πίστευε στο Θεό, που είναι βάλσαμο για τους απελπισμένους.

Ο μαρξισμός είναι μια απόπειρα απάντησης σε ερωτήματα τόσο παλιά, όσο και οι μούμιες του Φαραώ.

Navigation

[0] Message Index